1 Οκτ 2014

ΠΟΣΟ ΚΟΝΤΑ ΣΤΗΝ ΑΥΤΟΔΥΝΑΜΙΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΣΥΡΙΖΑ...



ΦΕΛΝΙΚΟΣ στο matrix24.gr

Την προηγούμενη εβδομάδα είδαν το φως της δημοσιότητας δημοσκοπήσεις των εταιρειών ALCO, MRB και RASS. Και οι τρεις επιβεβαίωσαν την πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ με ποσοστό παρόμοιο με αυτό των ευρωεκλογών. Μάλιστα στις σχετικές αναγωγές που κάνουν οι εταιρείες η διαφορά μεγαλώνει και πλησιάζει τις πέντε μονάδες.
Σύμφωνα όμως με εκτιμήσεις, των ίδιων των δημοσκόπων, η διαφορά, με βάση τα ποιοτικά στοιχεία, έχει αυξητική δυναμική εφόσον δεν αλλάξει δραματικά το πολιτικό σκηνικό και δεν βελτιωθεί η κοινωνικο-οικονομική κατάσταση των πολιτών.
Η διαφορά λοιπόν παγιώνεται υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, κάτι άλλωστε που είναι και η γενική αίσθηση αλλά και καταγράφεται στην "παράσταση νίκης" που στη δημοσκόπηση της MRB, η διαφορά υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, φτάνει στο 26,2%. Τα στοιχεία των δημοσκοπήσεων δείχνουν πως η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ αποκτά πλέον χαρακτηριστικά τάσης του εκλογικού σώματος και δεν είναι απλώς μια "φωτογραφία της στιγμής". Προς επίρρωσιν αυτής της εκτιμήσεως, αναλυτές και αναλογιστές, φέρνουν ως παράδειγμα το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ προηγείται σε όλα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά με μόνη εξαίρεση την "καταλληλότητα πρωθυπουργού", αλλά και σ' αυτή η διαφορά του Αντώνη Σαμαρά από τον Αλέξη Τσίπρα είναι μικρή (33,5 - 32,5% στην ALCO, 37,5 - 31,1% στην MRB και 39,3 - 35,2% στην RASS), ενώ είναι και ένας δείκτης που πάντα ευνοεί τον υφιστάμενο πρωθυπουργό και διαχρονικά από τους τελευταίους που αλλάζουν. Η πιθανότητα να ανατρέψει τη διαφορά η Ν.Δ., εκτιμάται, πως είναι δύσκολο να ευδοκιμήσει στο σύντομο χρονικό διάστημα που απομένει μέχρι την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Αυτό το γνωρίζουν και τα πολιτικά επιτελεία και γι' αυτό ο μεν ΣΥΡΙΖΑ θέλει, με αφορμή την προεδρική εκλογή, να στηθούν πρόωρες κάλπες τα δε κόμματα της κυβέρνησης (Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ) προσπαθούν, παντί τρόπω, να επιτευχθεί προεδρική πλειοψηφία ώστε να έχουν τον επιπλέον χρόνο που χρειάζονται για να επιχειρήσουν αναστροφή της εκλογικής τάσης. Εδώ να σημειώσουμε πως στο κυβερνητικό μπλοκ κερδίζει οπαδούς (περισσότερο στη Ν.Δ. και λιγότερο στο ΠΑΣΟΚ) η άποψη πως ίσως είναι προτιμότερο για τον Αντώνη Σαμαρά να προσφύγει, εντός του Νοεμβρίου, σε εκλογές είτε εκμεταλλευόμενος πιθανή διαφωνία με την τρόϊκα είτε θέτοντας προς επικύρωση την συμφωνία που θα εχει επιτύχει μαζί της -εφόσον βεβαίως αυτή είναι θετική για τη χώρα και τη βιωσιμότητα του χρέους της. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις, όσοι εχουν αυτή την άποψη, υποστηρίζουν πως η αναμέτρηση πρέπει να λάβει ακραία πολωτικά χαρακτηριστικά, ωσάν να συγκρούονται "δύο, εντελώς διαφορετικοί, κόσμοι".
Το δεύτερο σοβαρό ποιοτικό εύρημα των τριών δημοσκοπήσεων είναι πως η Χρυσή Αυγή, και παρά τις διώξεις των στελεχών της και τον χαρακτηρισμό της ως εγκληματική οργάνωση, καθιερώνεται ως τρίτη πολιτική δύναμη. Και αυτό το εύρημα αποκτά χαρακτηριστικά τάσης καθώς ναι μεν τα ποσοστά της δεν είναι διψήφια, αλλά τα κατώτερά της είναι, και στις τρεις δημοσκοπήσεις, το 6,7% που είχε λάβει στις εκλογές του 2012. Το πολιτικό πρόβλημα που αναφύεται είναι πως σε περίπτωση εκλογών και μη αυτοδυναμίας του πρώτου κόμματος θα κληθεί, ως τρίτο κόμμα, να λάβει διερευνητική εντολή σχηματισμού κυβέρνησης! Όπως βεβαίως πρόβλημα, και κυρίως για τη συντηρητική παράταξη, είναι ότι λόγω των πιέσεων που ασκούν, στο δεξιό χώρο, οι ακραίες θέσεις της, αναγκάζει τη Ν.Δ. να μετατοπίζεται σε πιό σκληρές θέσεις, κάτι που δεν τις επιτρέπει να διευρυνθεί, με αξιώσεις, προς τον χώρο του Κέντρου και επομένως, στον αγώνα για την εκλογική πρωτιά, υστερεί έναντι του ΣΥΡΙΖΑ ιδιαίτερα μετά τη στροφή προς το ρεαλισμό που επιχειρεί ο Τσίπρας το τελευταίο διάστημα. Η πιθανότητα να έλθει η Ν.Δ. πρώτο κόμμα μοιάζει εξωπραγματική καθώς εκτός από τη Χρυσή Αυγή φαίνεται πως αντέχουν την πίεση και οι "Ανεξάρτητοι Έλληνες". Το κόμμα του Παν. Καμμένου, παρά τη συνεχή πτώση του (τον Μάϊο του '12 έλαβε 10,61%, τον Ιούνιο 7,51%, στις ευρωεκλογές 3,46%) στις τρεις δημοσκοπήσεις λαμβάνει ποσοστό ίδιο με αυτό των ευρωεκλογών. Σίγουρα, αυτό το ποσοστό δεν του διασφαλίζει την κοινοβουλευτική του εκπροσώπηση όμως αθροιζόμενο με αυτό της Χρυσής Αυγής, αλλά και του ΛΑΟΣ έχουμε, δημοσκοπικά, ένα ποσοστό περίπου 12% δεξιά της Ν.Δ.. Στις ευρωεκλογές αυτό ήταν 15,54%, που φτάνει στο 16,58% αν προσθέσουμε και το ΕΠΑΛ των Πολύδωρα - Ζώη (με τη Ν.Δ. στο 22,72%). Τον Μάϊο του 2012 είχε φτάσει το 20,48% (με τη Ν.Δ. στο 18,85), ενώ τον Ιούνιο στο 16,01% (με τη Ν.Δ. στο 29,66%). Με τέτοια διαρροή από δεξιά της είναι δύσκολο για τη Ν.Δ., ακόμη και σε συνθήκες ακραίας πόλωσης, να φτάσει το 30% αφού τα μεγαλύτερα ποσοστά που έχουν καταγραφεί, εκ δεξιών της, σε ολόκληρη τη Μεταπολίτευση ήταν το 6,82% της ΕΠΕΝ (1977) και το 5,63% του ΛΑΟΣ (2009).
Το τρίτο σοβαρό ποιοτικό εύρημα, και των τριων δημοσκοπήσεων, είναι πως το άλλοτε κραταιό ΠΑΣΟΚ πέφτει στην έκτη θέση -από την τρίτη των εκλογών του 2012 και την τέταρτη των πρόσφατων ευρωεκλογών. Πλέον εισέρχεται στη διακεκαυμένη ζώνη του 4%, που σε συνάρτηση με το χρόνο που θα γίνουν οι εκλογές, τον μετωπικό χαρακτήρα που αυτές θα λάβουν και την έκβαση του εσωκομματικού του πολέμου σχετικά με τη φυσιογνωμία, τον προσανατολισμό αλλά και την ηγεσία του, ενδέχεται να κινδυνεύσει ακόμη και η κοινοβουλευτική του παρουσία. Το μετωπικό σχήμα της "Ελιάς" δεν ευδοκίμησε στις ευρωεκλογές αφού από το 12-13% των εκλογών του 2012 έπεσε στο 8% και τώρα, και παρά τις διαδικασίες συγκρότησης ενός νέου μετωπικού σχήματος (της Προοδευτικής Δημοκρατικής Παράταξης), εμφανίζεται να χάνει άλλο ένα 50% της δύναμής του. Επιπροσθέτως, ανησυχητικό για την Κεντροαριστερά είναι και το γεγονός ότι πέραν της "εξαέρωσης" της ΔΗΜΑΡ δεν φαίνεται να δημιουργεί δυναμική, αντίθετα συρρικνώνεται, και το "Ποτάμι", η εμφάνιση του οποίου δημιούργησε την εντύπωση ότι μπορεί να αποτελέσει ανάχωμα στη διαρροή δυνάμεων της Κεντροαριστεράς κυρίως προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Ενδεικτικά αναφέρουμε πως τον Μάϊο του 2012 ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ συγκέντρωσαν το 19,29% του εκλογικού σώματος, τον Ιούνιο του 2012 το 18,53%, στις πρόσφατες ευρωεκλογές (και με την προσθήκη του "Ποταμιού") το ποσοστό έπεσε στο 15,82 και τώρα, τα τρία αυτά κόμματα της Κεντροαριστεράς ή της σοσιαλδημοκρατίας, δημοσκοπικά βρίσκονται στην περιοχή του 10%. Η πιθανότητα ακόμη και να μην εκπροσωπηθεί κανένα από τα τρία στην επόμενη Βουλή, εφόσον κατέλθουν με αυτόνομα ψηφοδέλτια δεν είναι αμελητέα. Μια τέτοια εξέλιξη δυσκολεύει το σχηματισμό συμμαχικής κυβέρνησης, ενώ μπορεί να δώσει στον ΣΥΡΙΖΑ ακόμη και την αυτοδυναμία.
Ερχόμαστε τώρα στο τέταρτο ποιοτικό χαρακτηριστικό των δημοσκοπήσεων που συνδέεται και με τη μελλοντική διακυβέρνηση της χώρας. Μετά τα αποτελέσματα των εκλογών του 2012 και των πρόσφατων ευρωεκλογών ο ΣΥΡΙΖΑ επιβεβαιώνει και με τις μετρήσεις των ALKO, MRB και RASS ότι αποτελεί τον διάδοχο του ΠΑΣΟΚ στο πολιτικό σύστημα μετατοπίζοντας μάλιστα τον άξονα από το ριζοσπαστικό Κέντρο και τη σοσιαλδημοκρατία στην ριζοσπαστική Αριστερά. Πλέον είναι αυτός που θα έχει τον πρώτο λόγο στον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης αφού, όπως προαναφέραμε, παγιώνει, για το προβλεπτό τουλάχιστον μέλλον και εκτός δραματικών ανατροπών, ένα προβάδισμα έναντι της Ν.Δ. που ξεκινά από τη διαφορά των ευρωεκλογών (3,8%) και φτάνει μέχρι και τις 5, ενδεχομένως και περισσότερες, μονάδες σύμφωνα με τη ενδελεχή "αποκρυπτογράφηση" της δυναμικής των ποιοτικών στοιχείων από τους επαΐοντες των δημοσκοπήσεων. Η κατάκτηση της αυτοδυναμίας, προσώρας, μοιάζει πολύ δύσκολη. Μπορεί η Κουμουνδούρου να υποστηρίζει το αντίθετο, όμως για να μπορέσει ο ΣΥΡΙΖΑ να κερδίσει την αυτοδυναμία θα πρέπει ο ίδιος να φτάσει το 37% και η αναντιπροσώπευτη ψήφος (δηλαδή το άθροισμα του ποσοστού των κομμάτων που δεν θα πιάσουν το όριο του 3%) να ξεπεράσει το 7%. Για να γίνει κατανοητό πόσο δύσκολη είναι η επίτευξη της αυτοδυναμίας αρκεί να αναφέρουμε πως με βάση το αποτέλεσμα των πρόσφατων ευρωεκλογών (που η αναντιπροσώπευτη ψήφος έφτασε στο πολύ υψηλό ποσοστό του 17,13%) το πρώτο κόμμα χρειάζεται 33,5% για να πάρει 151 έδρες. Επειδή, εξαιρουμένου του Μαΐου 2012, η αναντιπροσώπευτη ψήφος, από το 1974 έως και τον Ιούνιο του 2012, κινήθηκε πάντα κάτω από το 6% ο ΣΥΡΙΖΑ για να μπορέσει να είναι σίγουρος για την αυτοδυναμία θα πρέπει να κινηθεί στην περιοχή του 40%, κάτι που, με τις παρούσες συνθήκες, δεν είναι πιθανό. Ένας ακόμη λόγος που συνηγορεί υπέρ του δυσκολοκατώρθωτου στόχου της αυτοδυναμίας είναι ότι το συνολικό ποσοστό των κομμάτων της Κεντροαριστεράς και της Αριστεράς (ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, Ποτάμι, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ) είναι κάτω από το 50% -στις ευρωεκλογές ήταν 48,50%, ενώ στις εκλογές του 2012 ήταν 44,55% τον Μάϊο, και 49,92% τον Ιούνιο. Για να έχει ελπίδες για αυτοδυναμία ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει αυτό το ποσοστό να ξεπεράσει το 52% (αυτό δείχνει η ιστορία των εκλογών στη Μεταπολίτευση) και το άθροισμα των άλλων "συγγενών" του κομμάτων να είναι κάτω από 14%, κάτι που επίσης μοιάζει εξαιρετικά δύσκολο καθώς τον Μάϊο του 2012 το ποσοστό των ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, ΚΚΕ έφτασε το 27,77%%, τον Ιούνιο το 23,03% και στις ευρωεκλογές (μαζί και με το Ποτάμι) το 21,93%. Μπορεί οι συνθήκες, λόγω της κρίσης και των μνημονίων, να έχουν αλλάξει και οι ανακατατάξεις στον κομματικό χάρτη να είναι μεγάλες όμως ο παραδοσιακός διαχωρισμός (Δεξιά / Αριστερά) του εκλογικού σώματος συνεχίζει, έστω και αλλοιωμένος και με μεταμορφισμούς, να υφίσταται. Ο δικομματισμός συμπιέζεται σε χαμηλότερα επίπεδα και η πιθανότητα να επιστρέψουμε στην εποχή των αυτοδυναμιών δεν είναι, τουλάχιστον στο εγγύς μέλλον, μεγάλη. Πάντως, αναμφίβολα το πιο σημαντικό είναι ότι οι "συγγενείς" των δύο μεγάλων κομμάτων της Δεξιάς και της Αριστεράς έχουν ... παχύνει υπερβολικά. Μάλιστα στον άξονα της Αριστεράς οι ρόλοι έχουν αντιστραφεί καθώς κυρίαρχη δύναμη είναι πλέον ο ΣΥΡΙΖΑ και όχι το ΠΑΣΟΚ, το οποίο έχει συρρικνωθεί δραματικά.
Το πέμπτο ποιοτικό εύρημα, που επίσης φαίνεται να προσλαμβάνει χαρακτηριστικά τάσης, είναι ότι ο νέος δικομματισμός (Ν.Δ. - ΣΥΡΙΖΑ) είναι δύσκολο, σήμερα να φτάσει ή να ξεπεράσει το 60%. Σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις της Μεταπολίτευσης κινήθηκε μεταξύ 74,79% (1974) και 86,86% (Νοέμβριος 1989), με εξαίρεση το 1977 που έφτασε το 66,18%. Θυμίζουμε ότι το 1989 είναι η εποχή του Ειδικού Δικαστηρίου για τον Ανδρέα Παπανδρέου και της συγκυβέρνησης Ν.Δ. - Αριστεράς, ενώ το 1977 είναι η μεταβατική περίοδος της αλλαγής ηγεμονίας στο χώρο της Κεντροαριστεράς με το ΠΑΣΟΚ να λαμβάνει 25,34% (από 13,58% του 1974) και η Ένωση Κέντρου να πέφτει από το 20,42% (1974) στο 11,95%, ενώ η Ενωμένη Αριστερά που το 1974 είχε λάβει 9,47% φτάνει (διασπασμένη σε ΚΚΕ και Συμμαχία) το 12.08% και παράλληλα έχουμε την εμφάνιση της ακροδεξιάς και φιλοχουντικής ΕΠΕΝ που παίρνει ποσοστό 6,82% έναντι του γλίσχρου 1,08% που είχε λάβει το 1974 η ΕΔΕ του Π. Γαρουφαλιά. Σήμερα, τα ποσοστα του νέου δικομματισμού είναι: 35,63% (Μάϊος 2012), 56,55% (Ιούνιος 2012) και 49,29% (ευρωεκλογές 2014). Είναι προφανές ότι το κομματικό σύστημα βρίσκεται και πάλι σε φάση μετάβασης, αλλά σε χαμηλότερα ποσοστά, καθώς τα δύο παραδοσιακά μεγάλα κόμματα (Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ) έχουν απαξιωθεί λόγω της πολύχρονης διακυβέρνησης και της "εθνικής καταστροφής" από την οικονομική χρεωκοπία της χώρας και το καθεστώς επιτήρησής της από την τρόϊκα των δανειστών της. Εξ αιτίας αυτού του γεγονότος είναι αρκετοί οι αναλυτές που υποστηρίζουν ότι η σημερινή κομματική γεωγραφία, τηρουμένων των αναλογιών, μπορεί να παρομοιαστεί με αυτή του 1977 μόνον που είναι αβέβαιο αν το πρώτο κόμμα θα μπορέσει να πάρει αυτοδυναμία. Η μόνη από τις εταιρείες μετρήσεων η οποία φαίνεται να το πιστεύει είναι η Poublic Issue καθώς σε προχθεσινή της δημοσκόπηση έδωσε, σε εκτίμηση εκλογικής επιρροής, διαφορά 11 μονάδων (36% έναντι 25%) υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς όμως, και σ' αυτή, ο ΣΥΡΙΖΑ να επιτυγχάνει την αυτοδυναμία. Οι γνωρίζοντες καλά τα ντεσού των δημοσκοπήσεων υποστηρίζουν πως στη μέτρηση της Poublic Issue υπάρχει υπερεκτίμηση της εκλογικής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ, όπως υπάρχει και υποεκτίμηση στις άλλες εταιρείες. Το τι ακριβώς συμβαίνει και ποιός έχει δίκαιο θα το μάθουμε μάλλον σύντομα καθώς, όπως όλα δείχνουν, τα κόμματα αρχίζουν να φουλάρουν τις εκλογικές τους μηχανές..

Δεν υπάρχουν σχόλια: