Η δικογραφία, η απόπειρα απιστίας, η Λίστα Λαγκάρντ και το ειδικό δικαστήριο.
Ο Γ. Παπακωνσταντίνου τα στικάκια και το περίφημο CD.
Ο Αμερικανός αρχιτέκτονας Φρανκ Ράιτ έλεγε ότι «η αλήθεια είναι πιο σημαντική από τα γεγονότα». Τα γεγονότα οδήγησαν τον πρώην υπουργό Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου στο Ειδικό Δικαστήριο. Είναι όμως η αλήθεια;
Η δικογραφία της παραπομπής από συμβούλιο του Αρείου Πάγου τον καθιστά υπόλογο για τα κακουργήματα της απόπειρας απιστίας σε βάρος του δημοσίου και της νόθευσης εγγράφου. Πόση όμως αλήθεια χωράει σε μια δικογραφία;
Ο κάποτε πανίσχυρος Παπακωνσταντίνου πληρώνει για την περίφημη λίστα Λαγκάρντ- πολλές πλευρές της οποίας μένουν ακόμη στο σκοτάδι. Του καταλογίζεται ότι πρώτον δεν έκανε ότι όφειλε για να την αξιοποιήσει υπέρ του δημοσίου συμφέροντος και δεύτερον ότι την αλλοίωσε, αφαιρώντας τα ονόματα τριών προσώπων που συμβαίνει να είναι συγγενείς του. Ότι παραπέμπεται όμως δεν σημαίνει ότι είναι και ένοχος.
Όλα ανοικτά μέχρι τη δίκη
Για την πρώτη κατηγορία οι νομικοί βρίσκουν εύκολο να αντιμετωπιστεί μια τέτοια κατηγορία, παραπέμποντας σε αδύνατα σημεία ή αντιφάσεις του βουλεύματος. Αυτό όμως δεν αλλάζει τα πράγματα μέχρι τη δίκη- εκεί όπως είναι λογικό όλα είναι ανοικτά.
Είναι πάντως μια κατηγορία θα μπορούσε να ισχύει και για τον διάδοχό του Βαγγέλη Βενιζέλο – ο όποιος είχε την περίφημη λίστα στο γραφείο του ακόμη και όταν δεν ήταν υπουργός Οικονομικών- αν η Βουλή που κίνησε τη διαδικασία των παραπομπών δεν τον απάλλασσε. Η κρίση της είναι σεβαστή. Συνέβαινε πάντως ο Βενιζέλος να έχει πίσω του ένα κόμμα και μια κυβέρνηση, ενώ ο Παπακωνσταντίνου ήταν ακάλυπτος.
Για τη δεύτερη κατηγορία η θέση του πρώην «τσάρου» είναι δυσχερής γιατί είναι σαν να επιμένει ότι είναι ελέφαντας, αλλά ως τώρα δεν βρήκε τρόπο να το αποδείξει. Στα χέρια του έφτασε το περίφημο CD, αυτός φέρει την ευθύνη αν χάθηκε -όπως λέει. Σε δική του αβλεψία οφείλεται το γαϊτανάκι που ακολούθησε με τα «στικάκια».
Όσο και να θέλει να πιστέψει κάποιος έναν πολιτικό που δεν είχε λόγο να βγάλει τα μάτια του με τα δικά του χέρια, είναι δύσκολο να δεχθεί τον ισχυρισμό του ότι δεν είναι αυτός που αφαίρεσε τα ονόματα των συγγενών του, αλλά το έπραξε κάποιος άλλος για να τον εκθέσει. Υπολογίζοντας ότι αφαιρώντας τα ονόματα από τα «στικάκια» δεν θα μπορούσε να πιαστεί στα πράσα γιατί ο υπουργός θα έχανε το πρωτότυπο CD, από το οποίο παρήχθησαν;
Σε κάθε περίπτωση συνιστά υγιή εξέλιξη σε μια Δημοκρατία ότι κάποιος που κατηγορείται για κάτι προσάγεται στο φυσικό δικαστή του για να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Στην κυριολεξία βεβαίως αυτό ισχύει απολύτως για τους επίσης κατηγορούμενους πρώην αξιωματούχους Διώτη και Καπελέρη, που διώκονται με τον ποινικό νόμο και όχι για τον Παπακωνσταντίνου για τον οποίο η διαδικασία κινήθηκε με το νόμο περί ευθύνης υπουργών. Δηλαδή στην πιο κρίσιμη φάση της κρίθηκε από πολιτικούς αντιπάλους του, ακόμη και αν προερχόταν από το κόμμα του- για το οποίο υπήρξε εκείνη την περίοδο αποδιοπομπαίος τράγος.
Έψαξε και για «Papandreou»
Ωστόσο επειδή έχουν δει πολλά τα μάτια μας και σε αυτό πρέπει να είναι κάνεις επιφυλακτικός ως την τελική έκβαση της υπόθεσης. Για την οποία πάντως ο ίδιος ο παραπεμπόμενος πρέπει να εξηγήσει γιατί μόλις έφτασε η λίστα στα χέρια του, εκτός από το όνομα του ερεύνησε αν υπάρχει και το όνομα «Papandreou»- όπως αναφέρει το παραπεμπτικό- και αν δεν το έκανε ο ίδιος ποιον υποψιάζεται; Ποιος ήταν αυτός ο «Papandreou» και τι παιχνίδι πήγε να παιχτεί γύρω από αυτό το όνομα; Δεν είναι ένα κρίσιμο στοιχείο της υπόθεσης αυτό;
Εν κατακλείδι όλα αυτά μπαίνουν σε φάση αποσαφήνισης όπως ορίζει η νομική τάξη της χώρας. Ωστόσο το αρχικό ερώτημα παραμένει. Χωράνε όλα στη νομική τάξη; Μήπως υπάρχουν και άλλα ζήτημα, πολιτικής ή ηθικής τάξης ας πούμε, που μένουν ορφανά, παρ’ ότι αδικούν τον πρώην υπουργό; Είναι σίγουρο ότι ο πρώτος Έλληνας πολιτικός που πήρε στα χέρια του αυτή τη λίστα – όχι το συγκεκριμένο CD – ήταν ο ιδιος; Και ήταν γιατί να το χειριστεί με τον μόνο τρόπο που δεν έπρεπε για κάποιον που είχε εκείνη τη στιγμή λαμπρό πολιτικό μέλλον;
Γιατί να μεριμνήσει για την απαλλαγή από τον έλεγχο προσώπων με τα οποία πλην της εξ αίματος σχέσης δεν είχε άλλη επαφή, ούτε συναλλαγή όπως προκύπτει από το ίδιο το παραπεμπτικό βούλευμα- του οποίου η διαπίστωση ότι το έκανε για να μην στιγματιστεί το πολιτικό του όνομα, ελάχιστο νομικό βάρος έχει, έστω και ισχύει ως λογική αξιολόγηση;
Από όποια πλευρά και αν το δει κανείς, αυτή η υπόθεση έχει ακόμη ένα κεφάλαιο που μένει ανοικτό…
TheTOC
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου