ΑΝΤΙ-
ΡΑΤΣΙΣΤΑΣ !...
Μετά την ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ ότι θα καταθέσει το δικό του αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, πολείπεται μία ανάλογη νομοθετική άσκηση από το ΚΚΕ για να γίνει η κέντα – αν και η πληρότητα του κοινοβουλευτικού διαλόγου θα προϋπέθετε ενδεχομένως και ένα (αντι)ρατσιστικό νομοσχέδιο από τη Χρυσή Αυγή καθώς και περί το ζήτημα πρωτοβουλίες της «κοινωνίας των πολιτών», ώστε να έχουμε πολλά – πολλά νομοσχέδια που θα μας βρίσκουν παντελώς αδιάφορους και όχι μονάχα ένα ή δύο.
Συγχωρείστε το ευτράπελο, αλλά, αν το ζήτημα είναι σοβαρό, είναι πάντως ευτράπελος και προσχηματικός ο χειρισμός του από τον πολιτικό κόσμο. Τόσο ώστε και ο κύριος όγκος της
αρθρογραφίας να σχολιάζει τα τεκταινόμενα όχι ως προς την ουσία των προτεινομένων, αλλά υπό το φως των παραταξιακών υπολογισμών καθενός των εμπλεκομένων: της επιδίωξης των μεν να κλείσουν το μάτι στους λεγόμενους «ακροδεξιούς» ψηφοφόρους [τα εισαγωγικά επειδή, κατά τη γνώμη μου, δεν χρειάζεται να είναι κανείς ακροδεξιός ούτε ρατσιστής για να ανησυχεί από τις αρνητικές επιπτώσεις της (λαθρο)μετανάστευσης], των δε να δείξουν ότι διατηρούν ξεχωριστή ταυτότητα ευαισθησίας κι ας ψηφίζουν το ένα νεοσυντηρητικό μέτρο μετά το άλλο και των ...τρίτων απλώς να πλειοδοτήσουν στα λόγια.
Όλο αυτό το σκηνικό, όμως, πέραν του ότι ακτινοβολεί το έλλειμμα σοβαρότητας του πολιτικού κόσμου, μεταγγίζει προχειρότητα και στον χειρισμό της ουσίας του ζητήματος. Πρώτη εκδήλωση της είναι, φυσικά, το πάγιο αντανακλαστικό μας να αντιμετωπίζουμε οιοδήποτε πρόβλημα με έναν νέο νόμο, ακόμη και όποτε (όπως εν προκειμένω) διαθέτουμε ήδη ένα σωρό νόμους, των οποίων απλώς αποδεικνύεται ατελής η εφαρμογή. Μία σοβαρή πολιτική προσέγγιση θα ήταν να μελετηθεί γιατί συμβαίνει αυτό, να εντοπιστούν, δηλαδή, οι ανεπάρκειες στο διοικητικό, αστυνομικό ή δικαστικό επίπεδο – και απλώς παράλληλα να μελετηθεί μήπως πάσχει και το νομοθετικό πλαίσιο.
Εμείς, ενώ οι νόμοι μια χαρά προβλέπουν να διώκεται και να κολάζεται όποιος δέρνει ή απειλεί άλλους, έγχρωμους ή μη, αντί να προβληματιστούμε πώς παρά ταύτα συνεχίζεται το ξυλοφόρτωμα, πετάμε ένα καινούριο νομοθέτημα και νιώθουμε και περήφανοι – μέχρι να δημοσιευθεί η νέα στατιστική της βίας. Όμως, επισημαίνεται, είμαστε υποχρεωμένοι να προσαρμόσουμε τη νομοθεσία μας σε εκείνην της Ε.Ε. Ωραία. Αν τέτοια υποχρέωση συντρέχει, να επισημανθεί ακριβώς ποιες διατάξεις πρέπει να αλλάξουν και με βάση ποια υποχρεωτική διάταξη της κοινοτικής νομοθεσίας – και να γίνει μόνο αυτό χωρίς τυμπανοκρουσίες, ενώ παράλληλα θα μελετάται η ουσία του ζητήματος κατά τα προεκτεθέντα.
Με αυτόν τον τρόπο θα υπήρχε ίσως η ελπίδα να σταματήσει η δημοπρασία πολιτικών εντυπώσεων και να συζητήσουμε σοβαρά μήπως κάποιες προτεινόμενες διατάξεις εισάγουν αδικήματα γνώμης, ήτοι περιστολή της ελευθερίας του λόγου και της σκέψης, κάτι που είναι και αντισυνταγματικό αλλά και επί της ουσίας επικίνδυνο.
Σε δεύτερο επίπεδο, μία τέτοια προσέγγιση θα επέτρεπε και τη σοβαρή παραδοχή ότι η αθρόα μετανάστευση -και δη η παράνομη και ανεξέλεγκτη- σωρεύει προβλήματα (και εγκληματικότητας) που πιέζουν τους πολίτες και δεν είναι εύλογο να παραμερίζονται. Ασφαλώς είναι βολικότερο να ξεδιπλώνει κανείς αντιρατσιστικά λάβαρα και να λοιδορεί τους υπόλοιπους ως ρατσιστές παρά να βάλει τα χέρια του στη φωτιά αναζητώντας λύσεις (που πάντα μπορούν να δώσουν λαβή σε παρερμηνείες) για ένα τόσο δύσκολο ζήτημα. Αυτή η στάση, όμως, δεν είναι σοβαρή πολιτική, αλλά πρόσχημα και προχειρότητα. Ό,τι δηλαδή παρακολουθούμε εσχάτως.
Δημήτρης Καστριώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου