Τι παθαίνεις, όταν συμφωνείς με τον κ. Τσίπρα
Η κρίση φαίνεται πως άλλαξε ακόμη και τον τρόπο της καθημερινής επικοινωνίας μας. Με το που ρωτάς κάποιον «πώς είσαι;», συνήθως απαντά αυτόματα: «Πώς να είμαι έτσι που μας κατάντησαν;».Για μεγάλο διάστημα, προσπαθούσα να αντικρούσω κάθε τέτοια εκδήλωση, εξηγώντας το αυτονόητο. Ότι δηλαδή είμαστε υπεύθυνοι για την ιστορία μας. Όμως μέχρι σήμερα δεν έχω πείσει ούτε έναν. Αντίθετα, αντιμετωπίζομαι πάντοτε ως αφελής, που δεν καταλαβαίνει ότι είμαστε ανεύθυνοι για την ιστορία μας, μια και αυτή κινείται ερήμην μας, με τις συνωμοσίες των εξωτερικών εχθρών και των ντόπιων συνεργατών τους.
Το φετινό καλοκαίρι, λίγο πριν καταλήξω στο χωριό μου, βρέθηκα σε νησί του Αιγαίου. Ο ξενοδόχος, περιποιητικός και άνετος. Από τη δεύτερη κιόλας μέρα, μου διηγήθηκε τον τρόπο που έφτιαξε το ξενοδοχείο. «Νύχτα με το φακό φτιάχτηκε. Δεν ξέρεις πόσα μου κόστισε ο διοικητής του Αστυνομικού τμήματος, για να κάνει τα στραβά μάτια», μου είπε. Που πάει να πει πως δεν πλήρωσε δραχμή στο δημόσιο για την άδεια και τα ασφαλιστικά ταμεία.
Επειδή ήταν ένα νησί που προσφέρεται και για άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες πλην του τουρισμού, τον ρώτησα αν ασχολούνται και μ’ αυτές. Και εκεί έδωσε τα ρέστα του. Μου είπε ότι μέχρι πρόσφατα ασχολούνταν, αλλά σταμάτησαν, γιατί με αυτά που έχει επιβάλει η «τρόϊκα», τους έπιασε η εφορία και θα έπρεπε πλέον να πληρώνουν μέχρι και ΦΠΑ. «Ξέρεις τι είναι να μην μπορείς να κλέψεις; Καταστρέφεσαι», μου είπε.
Όπως γίνεται αντιληπτό από τη μικρή αυτή ιστορία, ο συμπαθής κατά τα άλλα συμπολίτης μας, είχε όλα τα προσόντα του φλογερού πατριώτη και μάλιστα του αντιμνημονιακού.
Την παραμονή της αναχώρησής μου, με κάλεσε στο τραπέζι του να με κεράσει τοπικές λιχουδιές και με την ευκαιρία να γνωρίσω και την παρέα του. Παρ’ ότι υποψιαζόμουν τι με περίμενε από παρέα, δέχτηκα, γιατί και η ξινίλα της άρνησης δεν μου πήγαινε. Στη συντροφιά του ήταν και ο λυκειάρχης του νησιού. Με το που συστηθήκαμε, με προεξάρχοντες τον ξενοδόχο και το λυκειάρχη, άρχισε ο πατριωτικός ορυμαγδός κατά των ξένων εχθρών (ο διάβολος είναι πάντα αλλοδαπός) και των ντόπιων δοσίλογων, με επιμύθιο το «πώς μας κατάντησαν». Μόνον «των εχθρών τα φουσάτα» δεν τραγούδησαν.
Είπα μέσα μου, «συγκρατήσου». Και ενώ «συγκρατιόμουν» και ήμουν έτοιμος «να σκάσω» από το «συγκρατημό», η μνήμη μου με λύτρωσε. Θυμήθηκα τις συμβουλές ψυχιάτρων, όσες φορές χρειάστηκε να αντιμετωπίσω στη δουλειά μου περιπτώσεις παρανοϊκών ή έστω μεταιχμιακών. Ότι δηλαδή δεν συγκρούεσαι με το παρανοϊκό παραλήρημα, αλλά αντίθετα, υποδύεσαι ότι προσχωρείς στη λογική του ασθενούς και προσπαθείς έτσι να τον οδηγήσεις στην θεραπευτική διαδικασία.
Βεβαίως, ουδόλως με ενδιέφερε να οδηγήσω οποιονδήποτε σε τέτοια διαδικασία. Δηλαδή να πείσω. Άλλωστε, πείθονται μόνον οι εκ των προτέρων πεισμένοι. Το «αίμα μου πίσω» ήθελα, για τη βία της παράνοιας που είχα υποστεί. Υποδύθηκα λοιπόν ότι συμφωνούσα στο ότι «οι άλλοι μας κατάντησαν». Αφού όμως συμφωνούσα, το πράμα δεν μπορούσε να μείνει εκεί. Η κοινή πλέον τρέλα, έπρεπε να οδηγηθεί στα όριά της. Και το επιχείρησα. Πρότεινα λοιπόν στην ομήγυρη το εξής απλό και ιδιαίτερα συμφέρον: Αφού οι ξένοι μας «κατάντησαν», με δεδομένο ότι έχουμε προσφέρει τόσα στην ανθρωπότητα, να υποχρεωθούν οι βόρειοι να δουλεύουν μία ώρα παραπάνω την ημέρα και το εισόδημα από την υπερεργασία αυτή, να έρχεται απευθείας στη Ελλάδα. Έτσι είπα και το χρέος θα εξαφανιστεί και λεφτά θα μας μείνουν. (Μεταξύ μας, δεν είπα τίποτε διαφορετικό από αυτά που υπόσχονται να πετύχουν ο κ. Τσίπρας και οι οικονομολόγοι του κ.κ. Δραγασάκης, Σταθάκης, Μηλιός, καθώς και οι ψεκασμένοι. Η διαφορά είναι ότι τα είπα με το όνομά τους).
Και ενώ περίμενα να «φάω ξύλο» για το «δούλεμα», ο λυκειάρχης ενθουσιάστηκε. Και όχι μόνον, αλλά ως εγγράμματος, πρότεινε και τα αντίστοιχα με το επίπεδό του μέτρα, για την επιβολή αυτής της λύσης. (Είναι γνωστό ότι τα παραληρήματα, πάντα αντιστοιχούν στο μορφωτικό επίπεδο αυτού που παραληρεί). Αν αρνηθούν, είπε, να το κάνουν, να τους απαγορεύσουμε να χρησιμοποιούν την αρχαία ελληνική γλώσσα στις επιστήμες!!! Εκεί μεράκλωσαν όλοι. Που πάει να πει πως είχα χάσει για άλλη μία φορά.
Γνωρίζοντας όμως ότι στην τρέλα δεν υπάρχουν όρια, δεν το έβαλα κάτω. Και την προχώρησα. Εξήγησα πως δεν υπάρχει διεθνής αστυνομία γλώσσας, ώστε να μπορούμε να απαγορεύσουμε τη χρήση της αρχαίας ελληνικής από τους δυστροπούντες βόρειους.
Έχω όμως μία καλύτερη λύση, είπα. Μας τη δίδαξε το παρελθόν των μεγάλων ναυτικών δυνάμεων, με τους ναυτικούς αποκλεισμούς και τους βομβαρδισμούς που ξέρουμε από την ιστορία. Και εμείς είμαστε μεγάλη ναυτική δύναμη. Αν λοιπόν δεν δεχθούν οι ευρωπαίοι να δουλεύουν μία ώρα παραπάνω για μας, να μην αρκεστούμε στη διαταγή που θα δώσει ο κ. Τσίπρας, όταν θα τους πει «τα μολύβια κάτω», αλλά να στείλουμε και τον στόλο μας, να βομβαρδίσει την Ευρώπη. Και για να μην υπάρχει αμφιβολία για τη «σοβαρότητα» της πρότασής μου, όρισα ως αρχηγό της εκστρατείας τον Καμμένο.
Αμέσως επικράτησε εκείνη η επιθετική σιωπή, που προηγείται της θύελλας και σε «παγώνει». Την άλλη μέρα έφυγα. Ευτυχώς αρτιμελής.
Ο Κώστας Κούρκουλος είναι δικηγόρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου