Ο ΝΕΟΣ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΣ ΜΕΓΑΛΟΪΔΕΑΤΙΣΜΟΣ !...
Καμιά ευρωπαϊκή Μεγάλη Δύναμη δεν δικαιούται να αναμειγνύεται σε οποιαδήποτε κρίση ή σύγκρουση στην αμερικανική ήπειρο: Αυτό ήταν το δόγμα που διατύπωσε ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Τζ. Μονρόε λίγο μετά το 1820, όταν είχε σχεδόν ολοκληρωθεί η χειραφέτηση της Λατινικής Αμερικής από την Ισπανία.
Επρόκειτο για την πρώτη σαφή δήλωση από πλευράς Ουάσιγκτον ότι Βόρεια και Νότια Αμερική θεωρούνται σαν αποκλειστική ζώνη επιρροής των ΗΠΑ, έτσι ώστε καμιά άλλη δύναμη -Βρετανία ή Γαλλία- να μη σπεύσει να εκμεταλλευθεί την κατάρρευση της Ισπανικής Αυτοκρατορίας.
Σήμερα υπό το φως της σκληρής και απαξιωτικής γλώσσας που χρησιμοποίησε ο Β. Σόιμπλε αντί άλλης απάντησης στην παραίνεση του Αμερικανού ομολόγου του Τζακ Λιου που ζήτησε στροφή προς την ανάπτυξη, η Γερμανία -με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την όποια εναπομείνασα αξιοπιστία της Διατλαντικής Σχέσης- διαμηνύει προς τις ΗΠΑ ότι δεν δικαιούται για να ομιλεί σε ό,τι αφορά την Ευρωζώνη.
Την ίδια άλλωστε στάση είχε κρατήσει ο Σόιμπλε πριν από δύο χρόνια απέναντι στον προκάτοχο του Λιου, Τίμοθι Γκάιτνερ, μια αλαζονεία που συνιστά ένα πρώτου μεγέθους παράδοξο σε μια αλληλεξαρτώμενη παγκόσμια οικονομία :
Ο Σόιμπλε δεν δέχεται ως θέση αρχής την παρέμβαση τρίτων στα εσωτερικά της Ευρωζώνης, σε μιά εποχή όπου είναι πρακτική ρουτίνας οι ΗΠΑ να δίνουν συστάσεις στο Πεκίνο και στο Τόκιο και αντίστροφα η ηγεσία της Κίνας να διατυπώνει απόψεις για τη διαχείριση της κρίσης από την Ουάσιγκτον.
Το μήνυμα είναι φανερό, δεν αφορά μόνον τη διαχείριση της δημοσιονομικής κρίσης από την Ευρωζώνη, αλλά είναι ευρύτερο και συνολικό : Η Γερμανία έχει χειραφετηθεί πλήρως από την Ουάσιγκτον και σε κάθε δυνατή ευκαιρία -όπως η επέμβαση στην Λιβύη την Άνοιξη του 2011- αποστέλλει το μήνυμα ότι θεωρεί τη Διατλαντική Σχέση κατάλοιπο του Ψυχρού Πολέμου.
Σήμερα πέραν της αξιοποίησης της κρίσης για εγκαθίδρυση ηγεμονίας στην Ε.Ε - Ευρωζώνη, το Βερολίνο δεν αντιμετωπίζει, για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας μετά τη συγκρότηση Ενιαίας Γερμανίας το 1870, στρατιωτική απειλή και δεν νιώθει να χρειάζεται σε τίποτε την αμερικανική ασπίδα.
Αν για τη Γαλλία διαψεύσθηκε η προσδοκία του Μιτεράν για Ευρωπαϊκή Γερμανία, για τις ΗΠΑ διαψεύδεται περίτρανα σήμερα η πεποίθηση του Τζορτζ Μπους πατρός και του Μπιλ Κλίντον στη συνέχεια ότι η στενή σύμπλευση Ουάσιγκτον-Βερολίνου θα συνεχισθεί και μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, με τις δύο χώρες να είναι όπως είχε επί λέξει πει ο δεύτερος «Συνεταίροι στην Ηγεμονία» (Partners in Leadership).
Τούτων λεχθέντων τίθεται το ερώτημα αν οι ΗΠΑ θα περιορισθούν σε παραινέσεις και συμβουλές στην πολύ πιθανή περίπτωση ραγδαίας επιδείνωσης της κρίσης στην Ευρωζώνη, με επίκεντρο το πολιτικό αδιέξοδο στην Ιταλία και την οριακή κρημνοβασία της Ισπανίας.
Το ενδεχόμενο αυτό έχει προφανώς υπόψη του και ο Σόιμπλε, όταν επιφυλάσσει στον υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ συμπεριφορά σαν αυτή που είχε εισπράξει πριν από ένα χρόνο ο Πορτογάλος υπουργός Οικονομικών μπροστά στις κάμερες.
Μέχρι στιγμής η οριοθέτηση της αμερικανικής παρέμβασης στις παραινέσεις έχει συρρικνώσει τη διαπραγματευτική ικανότητα της Ρώμης και της Μαδρίτης, αλλά και του Παρισιού έναντι του Βερολίνου.
Συνθλιβή του Νότου, απαξίωση της Γαλλίας, υποβάθμιση της Ρωσίας και απαξιωτική γλώσσα προς τις ΗΠΑ, ποτέ άλλοτε η αυτοπεποίθηση της Ενιαίας Γερμανίας δεν συνιστούσε κίνδυνο για τα καλώς νοούμενα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα ζωτικά της συμφέροντα.
Γ. Καπόπουλος
Επρόκειτο για την πρώτη σαφή δήλωση από πλευράς Ουάσιγκτον ότι Βόρεια και Νότια Αμερική θεωρούνται σαν αποκλειστική ζώνη επιρροής των ΗΠΑ, έτσι ώστε καμιά άλλη δύναμη -Βρετανία ή Γαλλία- να μη σπεύσει να εκμεταλλευθεί την κατάρρευση της Ισπανικής Αυτοκρατορίας.
Σήμερα υπό το φως της σκληρής και απαξιωτικής γλώσσας που χρησιμοποίησε ο Β. Σόιμπλε αντί άλλης απάντησης στην παραίνεση του Αμερικανού ομολόγου του Τζακ Λιου που ζήτησε στροφή προς την ανάπτυξη, η Γερμανία -με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την όποια εναπομείνασα αξιοπιστία της Διατλαντικής Σχέσης- διαμηνύει προς τις ΗΠΑ ότι δεν δικαιούται για να ομιλεί σε ό,τι αφορά την Ευρωζώνη.
Την ίδια άλλωστε στάση είχε κρατήσει ο Σόιμπλε πριν από δύο χρόνια απέναντι στον προκάτοχο του Λιου, Τίμοθι Γκάιτνερ, μια αλαζονεία που συνιστά ένα πρώτου μεγέθους παράδοξο σε μια αλληλεξαρτώμενη παγκόσμια οικονομία :
Ο Σόιμπλε δεν δέχεται ως θέση αρχής την παρέμβαση τρίτων στα εσωτερικά της Ευρωζώνης, σε μιά εποχή όπου είναι πρακτική ρουτίνας οι ΗΠΑ να δίνουν συστάσεις στο Πεκίνο και στο Τόκιο και αντίστροφα η ηγεσία της Κίνας να διατυπώνει απόψεις για τη διαχείριση της κρίσης από την Ουάσιγκτον.
Το μήνυμα είναι φανερό, δεν αφορά μόνον τη διαχείριση της δημοσιονομικής κρίσης από την Ευρωζώνη, αλλά είναι ευρύτερο και συνολικό : Η Γερμανία έχει χειραφετηθεί πλήρως από την Ουάσιγκτον και σε κάθε δυνατή ευκαιρία -όπως η επέμβαση στην Λιβύη την Άνοιξη του 2011- αποστέλλει το μήνυμα ότι θεωρεί τη Διατλαντική Σχέση κατάλοιπο του Ψυχρού Πολέμου.
Σήμερα πέραν της αξιοποίησης της κρίσης για εγκαθίδρυση ηγεμονίας στην Ε.Ε - Ευρωζώνη, το Βερολίνο δεν αντιμετωπίζει, για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας μετά τη συγκρότηση Ενιαίας Γερμανίας το 1870, στρατιωτική απειλή και δεν νιώθει να χρειάζεται σε τίποτε την αμερικανική ασπίδα.
Αν για τη Γαλλία διαψεύσθηκε η προσδοκία του Μιτεράν για Ευρωπαϊκή Γερμανία, για τις ΗΠΑ διαψεύδεται περίτρανα σήμερα η πεποίθηση του Τζορτζ Μπους πατρός και του Μπιλ Κλίντον στη συνέχεια ότι η στενή σύμπλευση Ουάσιγκτον-Βερολίνου θα συνεχισθεί και μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, με τις δύο χώρες να είναι όπως είχε επί λέξει πει ο δεύτερος «Συνεταίροι στην Ηγεμονία» (Partners in Leadership).
Τούτων λεχθέντων τίθεται το ερώτημα αν οι ΗΠΑ θα περιορισθούν σε παραινέσεις και συμβουλές στην πολύ πιθανή περίπτωση ραγδαίας επιδείνωσης της κρίσης στην Ευρωζώνη, με επίκεντρο το πολιτικό αδιέξοδο στην Ιταλία και την οριακή κρημνοβασία της Ισπανίας.
Το ενδεχόμενο αυτό έχει προφανώς υπόψη του και ο Σόιμπλε, όταν επιφυλάσσει στον υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ συμπεριφορά σαν αυτή που είχε εισπράξει πριν από ένα χρόνο ο Πορτογάλος υπουργός Οικονομικών μπροστά στις κάμερες.
Μέχρι στιγμής η οριοθέτηση της αμερικανικής παρέμβασης στις παραινέσεις έχει συρρικνώσει τη διαπραγματευτική ικανότητα της Ρώμης και της Μαδρίτης, αλλά και του Παρισιού έναντι του Βερολίνου.
Συνθλιβή του Νότου, απαξίωση της Γαλλίας, υποβάθμιση της Ρωσίας και απαξιωτική γλώσσα προς τις ΗΠΑ, ποτέ άλλοτε η αυτοπεποίθηση της Ενιαίας Γερμανίας δεν συνιστούσε κίνδυνο για τα καλώς νοούμενα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα ζωτικά της συμφέροντα.
Γ. Καπόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου