Μία πρόταση για την ηγεσία
της κεντροαριστεράς
Του Δημήτρη Παυλίδη*
Ο ιδεολογικός χώρος της κεντροαριστεράς τείνει να αφανιστεί από μία σκέτη αριστερά που στερείται ορθού πολιτικού λόγου, ρεαλισμού ή ακριβέστερα κοινής λογικής. Ο θυμός της κοινωνίας δυναμώνει τις άναρθρες κραυγές, οι δυσκολίες απομακρύνουν τον πολίτη από την ισορροπία του κέντρου, η ανεργία ψάχνει τόπο και πρόσωπα να εκδικηθεί.
Το 2009, μία νέα γενιά αξιόλογων πολιτικών, οι λεγόμενοι «κηπουροί» του ΓΑΠ, μπήκαν σε μία άνιση μάχη και πλήρωσαν πόντο - πόντο την κάθε αλήθεια που ομολόγησαν ή υπερασπίστηκαν. Ο λαός τους έκανε πέρα, ίσως επειδή δεν αντιλήφθηκε την κρισιμότητα της κατάστασης, ίσως επειδή τους συνέδεσε με τα δεινά, ίσως επειδή καταπάτησαν την ιεραρχία. Μα αυτό που ενόχλησε περισσότερο, ήταν πως οι ίδιοι τόλμησαν να φωνάξουν ότι για να πετύχουμε πρέπει πρώτα να αλλάξουμε, σε μία Ελλάδα, που η αλλαγή αρέσει μονάχα ως σύνθημα ή όταν αφορά άλλους. Το αποτέλεσμα; Πολλοί εξ αυτών δεν εκλέχθηκαν στις τελευταίες εκλογές, άλλοι δε δοκίμασαν και οι περισσότεροι αυτών ακόμη αποδοκιμάζονται. Και περισσότερο όλων αποδοκιμάζεται ο ίδιος ο Γιώργος Παπανδρέου, ως προδότης ή ως ανίκανος, ως ρώσος ή ως αμερικανός, ως ο αποδιοπομπαίος τράγος.
Ο ΓΑΠ, φεύγοντας, άφησε πολλά ξοπίσω μα στον ορίζοντα. Ένα νέο βιώσιμο ασφαλιστικό (η προηγούμενη *προσπάθεια* έγινε το 2001), το νόμο για την παιδεία (ο προηγούμενος το 1982), μία νέα μεταρρύθμιση στην τοπική αυτοδιοίκηση (η προηγούμενη το 1996), την αξιοκρατία προσλήψεων στο δημόσιο (ο πρώτος νόμος που ψηφίστηκε από τη νεοεκλεγμένη κυβέρνηση), τη δι@ύγεια, το άνοιγμα πολλών κλειστών επαγγελμάτων, το διαδικτυακό φροντιστήριο, την ηλεκτρονική συνταγογράφηση, την ανοιχτή διακυβέρνηση, τη συμμετοχική δημοκρατία και πολλές άλλες διαρθρωτικές αλλαγές που δεν είχαν καν ακουμπήσει οι κυβερνώντες την τελευταία 20ετία…
Μαζί με τις αναφερόμενες αλλαγές, ο ΓΑΠ έφερε και το τρισκατάρατο μνημόνιο, δημιουργώντας έναν πρωτόγνωρο για την Ε.Ε. μηχανισμό στήριξης και αποτρέποντας την Ελλάδα από τη χρεοκοπία και την πλήρη Αργεντινοποίησή μας. Φυσικά, κανείς δεν κάνει λόγο για το πως θα έβρισκε η Ελλάδα τα 36 δις ευρώ για να επιβιώσει οικονομικά το 2010 (ας αναλογιστεί κανείς πως οι μισθοί και οι συντάξεις ενός έτους στοιχίζουν στην Ελλάδα 20 δις), μα όλοι πυρπολούμε με συνεχείς αναφορές έναν οικονομικό σχεδιασμό, λογικά βασισμένο στην εσωτερική υποτίμηση. Ούτε υπάρχει κάποιος να επικαλεστεί την οικονομική επιστήμη και να εξηγήσει επαρκώς πως δεν υπήρχε άλλος τρόπος μείωσης του ελλείμματος, πλην της μείωσης των δαπανών και της αύξησης των εσόδων αλλά ούτε και μαγικές μέθοδοι αύξησης της ανταγωνιστικότητας δίχως κόστος ή μείωσης του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών δίχως τοπική παραγωγή και εξαγωγές. Ο Έλληνας αναίρεσε κάθε επιστημονικό κριτήριο, πείστηκε πως μπορεί να αντιμετωπίσει την πνευμονία με παρακεταμόλη και διεκδίκησε ακόμη και την εθνική απομόνωση σε μία παγκοσμιοποιημένη κοινωνία.
Το χειρότερο όλων είναι πως για την αποτυχία της εθνικής προσπάθειας πείστηκε ακόμη και το ίδιο το ΠΑΣΟΚ. Φοβικό και αιχμαλωτισμένο, το μετα- παπανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ απέφυγε τεχνηέντως να υποστηρίξει ό,τι θετικό είχε γίνει και παρερμήνευσε τη λογική και την επιστήμη στα οικονομικά βήματα που πρέπει να ακολουθήσει η χώρα. Η μεταστροφή του κόσμου και η μετακίνησή του στον ΣΥΡΙΖΑ, με όραμα τη συντήρηση της Ελλάδος σε στάτους προηγούμενων δεκαετιών, παρέσυρε το ΠΑΣΟΚ να ισορροπήσει, να στρογγυλέψει, να κρυφτεί πίσω από τους πρυτάνεις, τους Φωτόπουλους, τους Λυμπερόπουλους και τους κάθε λογής παλαιοελλαδίτες.
Τούτη την κρίσιμη στιγμή για τον τόπο, η προοδευτική κεντροαριστερά είναι διαμελισμένη στα τρία.
Το πρώτο κομμάτι είναι το επίσημο ΠΑΣΟΚ. Οδηγός ο Βενιζέλος, ο οποίος φέρει περισσότερο σε πολιτικό μπαλκονιού της δεκαετίας του ’80 και του ’90 παρά σε μεταρρυθμιστή. Ακόπαστη ρητορική και ελάχιστη ουσία, προσπάθεια απόλυτου ελέγχου του κόμματος, πλατιές συμμαχίες με συμφέροντα και δομές που έβλαψαν τη χώρα. Το ΠΑΣΟΚ, με τον Βενιζέλο στο τιμόνι, οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια στη συρρίκνωσή του.
Έξω από το ΠΑΣΟΚ, δημιουργείται μία προσπάθεια δήθεν μεταρρυθμιστών, με επικεφαλής τον Λοβέρδο,άλλον έναν θεωρητικό και φλύαρο συνταγματολόγο, ο οποίος επί διετία αναλώθηκε σε κορώνες (δεν υπάρχει σάλιο, οι ανασφάλιστοι μετανάστες, οι ιερόδουλες φορείς του Έιτζ) ενώ στο υπουργείο υγείας δεν τόλμησε να κάνει ούτε μία συγχώνευση (η υγεία χρειαζόταν Καλλικράτη. Αντ´ αυτού συντήρησε όλες τις υγειονομικές μονάδες δημιουργώντας απλά νέους κύκλους διοίκησης, ανοιγόκλεισε τα φαρμακεία και οδήγησε την ΠΦΥ σε στάση πληρωμών με τον τρόπο που οργάνωσε τον ΕΟΠΥΥ. Ένας κλώνος του Βενιζέλου ο οποίος προσπαθεί μάταια και σε όλους τους τόνους να μας αποδείξει πως δεν είναι χαλίφης στη θέση του χαλίφη.
Και φτάνουμε στο τρίτο κομμάτι, ένα συνονθύλευμα ανθρώπων με ξεκάθαρο ιδεολογικό περίβλημα και οργανωτική αδυναμία έκφρασης. Πρόκειται κυρίως για νέους πολίτες με διαδικτυακή και μη δράση αλλά και πολιτευτές ή πολιτικούς που πίστεψαν πως η Ελλάδα μπορεί να αλλάξει και να γίνει ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος. Νέα παιδιά που πάλεψαν μέσα από τους τοίχους, τα τιτιβίσματα και τα blogs να υπερβεί η Ελλάδα τη μετα-οθωμανική θεώρηση των πραγμάτων και να εκσυγχρονίσει τις διοικητικές της δομές πάνω σε αξιοκρατικά και διαφανή θεμέλια. Πρόκειται ίσως για τη μοναδική υγιή μερίδα της κεντροαριστεράς, η οποία μπορεί να κοιτάξει το μέλλον στα μάτια και να ξανακάνει τον ιδεολογικό της χώρο δύναμη προόδου, προσδίδοντάς του κυβερνητική προοπτική. Μα είναι κάτι που της λείπει· ο άνθρωπος ο οποίος θα τεθεί επικεφαλής, ο ηγέτης που θα εμπνεύσει και θα δημιουργήσει έναν νέο πολιτικό φορέα με περγαμηνές και προοπτική.
Ας δούμε λίγο τα πρόσωπα που θα μπορούσαν να θεωρηθούν τα καταλληλότερα για αυτό το πολιτικό εγχείρημα:
Διαμαντοπούλου -Eξαιρετικό πολιτικό μπακράουντ, γνώσεις, μία πραγματική μεταρρυθμίστρια με ελάχιστη -δυστυχώς- απήχηση στη βάση. Θα μπορούσε, άνετα, να ανταπεξέρθει των προσδοκιών μα δεν είναι ο άνθρωπος που θα κινητοποιήσει τις μάζες.
Παπακωνσταντίνου - Ο πλέον χαρισματικός των βασικών στελεχών της προηγούμενης κυβέρνησης, νηφάλιος, ευρωπαϊστής, άριστος γνώστης του αντικειμένου του και όχι μόνο. Ένα σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο που σπαταλήθηκε εξαιτίας της θητείας του στο Υπ. Οικονομικών.
Ραγκούσης - O πλέον παραγωγικός υπουργός της κυβέρνησης Παπανδρέου. Ακούραστος, ηθικός, δίκαιος, με ξεκάθαρο πολιτικό λόγο. Η περίπτωσή του έχει ενδιαφέρον διότι είναι συμπαθής σε ευρύτερο ιδεολογικό φάσμα συγκριτικά με τους υπόλοιπους (ακουμπά στις παρυφές του αριστερού ΠΑΣΟΚ). Θα μπορούσε να έχει μία ευκαιρία εντός του ΠΑΣΟΚ (η μη υποψηφιότητά του για την προεδρία ίσως ήταν μία χαμένη ευκαιρία) αλλά δεν έχει το ειδικό βάρος (εννοώντας την απήχηση) να ηγηθεί μίας προσπάθειας στημένης από την αρχή.
Μόσιαλος - Ακόμη μία ενδιαφέρουσα προσωπικότητα. Ο δημιουργός της Δυναμικής Ελλάδας έχει αποφασίσει να τοποθετείται με κόστος σε κάθε επίκαιρο και μη ζήτημα τους τελευταίους μήνες, δείχνει να γνωρίζει τα προβλήματα αλλά κυρίως τους τρόπους αντιμετώπισής των, έχει άριστο πολιτικό λόγο και διάθεση για προσφορά. Μεγάλη του αδυναμία πως εκφράζει στενά τον σκληρό χώρο του κέντρου, μία, ναι μεν καλά ενημερωμένη και δραστήρια μα ισχνή μειοψηφία.
Λαμπρινίδης - Ακόμη ένα αξιόλογο πολιτικό στέλεχος, με περισσότερο κομματικό χρώμα στο λόγο του και ευρύτητα πνεύματος μα μικρή αναγνωρισιμότητα, η οποία είναι και το κύριο πρόβλημα στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή.
Αφού, λοιπόν, δυσκολευόμαστε να καταλήξουμε σε ένα πρόσωπο-ηγέτη, ας αναλύσουμε τα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει αυτός για να ηγηθεί μίας τέτοιας προσπάθειας και να έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα.
-Ικανότητες-Δυνατότητες-Απήχηση-Αναγνωρισιμότητα-Ειδικό βάρος
-Επικοινωνία-Πλατιά ιδεολογική βάση-Επιρροή εντός του ΠΑΣΟΚ
-Μηχανισμό στήριξης
Αυτό, λοιπόν, πήρα χαρτί και στυλό και έγραψα τις προϋποθέσεις που απαιτούνται σε τούτη τη χρονική συγκυρία, κατέληξα σε ένα πρόσωπο που έχει το πακέτο. Ποιος είναι αυτός;
Θα κατανοήσω εν μέρει την αρχική σας αντίδραση. Αφού, λοιπόν, ξεσοκαριστείτε-ξεθυμώσετε-ξεμουδιάσετε και προσπεράσετε το «ανυπέρβλητο» εμπόδιο της οικογενειοκρατίας, αξίζει τον κόπο να κάνουμε μία δεύτερη πολιτική ανάλυση.
Ο Νίκος Παπανδρέου είναι μία γοητευτική και συνάμα σκληρή και άτεγκτη πολιτική προσωπικότητα, έχει ως μότο πως ένας Παπανδρέου δεν παραιτείται ποτέ, με δύο λόγια είναι ο γιος του Αντρέα. Το όνομα τού προσφέρει την πολυπόθητη αναγνωρισιμότητα και η απήχηση αυτού συνιστά συμβολισμό που είναι ικανός να κινητοποιήσει τις μάζες, να δημιουργήσει το νέο, να ζωντανέψει το όραμα.. Η επιρροή του είναι μεγάλη εντός του ΠΑΣΟΚ, κάτι που του προσθέτει τη δυνατότητα να μετακινήσει τους πολυετείς κομματικούς φρουρούς εκτός του κινήματος, δίχως να αισθανθούν τύψεις ή ενοχές. Ο Νίκος είναι ο άνθρωπος που συνδυάζει το μεταρρυθμιστικό προφίλ του Γιώργου και τον ριζοσπαστισμό του Αντρέα. Έχει έτοιμο μηχανισμό στήριξης, δύο στρατούς από διαφορετικό μετερίζι, που μπορούν να βάλουν ασπίδα και να του δώσουν τη δυνατότητα να προχωρήσει. Μα τα μεγαλύτερο από όλα τα πλεονεκτήματα αυτής της περίπτωσης είναι πως το συγκεκριμένο πρόσωπο είναι το μοναδικό που μπορεί να εκφράσει με ακραιφνή τρόπο τον μεταρρυθμιστικό πόλο και παράλληλα να επαναπατρίσει την αριστερή πτέρυγα του ΠΑΣΟΚ. Ο Νίκος στερείται λαϊκισμού και ταυτόχρονα βρίθει λαϊκής αποδοχής.
Άλλωστε, ποιος ο λόγος να υποστηρίξει κανείς μία πολιτική φιγούρα που μιμείται τον Παπανδρεϊσμό όταν μπορεί να έχει έναν αληθινό Παπανδρέου;
Εγώ σας καταθέτω την πρότασή μου υπό τη σκέψη σας. Όσοι από σας μονάχα αντιδράσετε ή ξεκινήσετε την περιγραφή ενός φανταστικού ηγέτη (νέος, άφθαρτος, ικανός -ανώνυμος), έχετε κατά νου πως θα καταντήσετε μίζεροι παρατηρητές της συρρίκνωσης της κεντροαριστεράς, καθώς η επέλαση του λαϊκισμού εξ αριστερών θα είναι αδίστακτη και καταστροφική.
Όσοι από σας έχετε αντιπρόταση, σας ακούω…
*Ο Δημήτρης Παυλίδης είναι οικονομολόγος, απόφοιτος του τμήματος Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης του Παντείου Πανεπιστημίου *
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου