Το
«κούρεμα» του 2010
και
άλλα παραμύθια…
Με αφορμή το βιβλίο του τέως εκπροσώπου της Ελλάδας στο ΔΝΤ Παναγιώτη Ρουμελιώτη έχει ξεκινήσει μια ολόκληρη συζήτηση σχετικά με το αν έπρεπε ή αν μπορούσε η Ελλάδα να κάνει αναδιάρθρωση του χρέους της το 2010 πριν ή μαζί με το Μνημόνιο αντί για το 2012, όπως τελικά έγινε. Η συζήτηση αυτή δεν έχει ξεκινήσει αθώα και δε γίνεται τυχαία σήμερα. Όμως πέρα από όσους τη διακινούν για τους δικούς τους πολιτικούς σκοπούς, από την επιχειρηματολογία που διακινείται μπορούν να πειστούν ακόμα και καλόπιστοι. Χρειάζεται συνεπώς να εξηγήσει κανείς γιατί δεν μπορούσε τότε να γίνει αναδιάρθρωση του χρέους. Είναι ένα σημαντικό στοιχείο για την κατανόηση της τραγωδίας που ζει η χώρα μας, αλλά και όσων χρειάζεται να γίνουν.
Η αναδιάρθρωση -το λεγόμενο «κούρεμα»- του χρέους μιας χώρας μπορεί να είναι μονομερής και μη συναινετική με τους δανειστές πράξη, ή συμφωνημένη, κοινή συναινέσει μαζί τους. Το μονομερές «κούρεμα» είναι η προσφιλής τακτική του «δεν πληρώνω», η ανακοίνωση δηλαδή από μια χώρα ότι από τα 100 που χρωστάει, θα πληρώσει μόνο τα 50, ή τα 20, ή καθόλου.
Τι θα συνέβαινε αν η Ελλάδα έκανε μονομερή διαγραφή χρέους το 2010; Απάντηση: Με πρωτογενές έλλειμμα (δηλαδή εκτός τόκων) 24 δισ. ευρώ, θα έπρεπε να βρει αμέσως αυτά τα 24 δισ. ευρώ που της έλειπαν για να καλύψει τα έξοδά της και να πληρώσει μισθούς, συντάξεις και κοινωνικές υπηρεσίες. Υπήρχε κάποιος να της τα δώσει, όταν έχει κηρύξει στάση πληρωμών; Φυσικά, απολύτως κανείς. Ποιος ιδιώτης θα δάνειζε σε μία χώρα που είχε μόλις ανακοινώσει ότι δεν θα πληρώσει όσα χρωστάει; Καμία χώρα δεν θα δάνειζε σε κάποιον που είχε κάνει μονομερή στάση πληρωμών.
Τα προβλήματα όμως δεν σταματούν εδώ. Από τους μεγαλύτερους κατόχους ομολόγων ήταν (και είναι) οι ελληνικές τράπεζες. Με ένα μονομερές «κούρεμα» από τη μία μέρα στην άλλη θα έμεναν χωρίς επαρκή κεφάλαια και θα έπρεπε να σταματήσουν να λειτουργούν. Ποιος θα τις ανακεφαλαιοδοτούσε; Και τι θα συνέβαινε ακριβώς στην ελληνική οικονομία αν οι ελληνικές τράπεζες κατέρρεαν;
«Ναι», λένε πολλοί. «Τότε όμως η Ελλάδα μπορούσε να απειλήσει τους εταίρους της με χρεοκοπία που θα τους δημιουργούσε προβλήματα -ειδικά στις ξένες τράπεζες. Και μπροστά στις απώλειες που θα είχαν οι ξένες τράπεζες, η Ευρώπη θα ενέδιδε και θα μπορούσε να κουρευτεί και το χρέος μας». Πόσο αφελής ή επικίνδυνα καιροσκοπική είναι αυτή η προσέγγιση... Η πραγματικότητα είναι ότι μέχρι τον Μάρτιο του 2010 η Ε.Ε. δεν ήθελε καν να συνδράμει την Ελλάδα με χρήματα, πόσο μάλλον να μπει σε μία αδιανόητη τότε διαδικασία αναδιάρθρωσης χρέους σε χώρα της Ευρωζώνης.
Αλλά ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι ενέδιδε. Ποια ακριβώς διαφορά θα είχε σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση; Θα ενέδιδε χωρίς όρους; Χωρίς Μνημόνιο; Δηλαδή θα χρηματοδοτούσε ασύστολα την Ελλάδα από τους κρατικούς προϋπολογισμούς των κρατών-μελών, χωρίς καμία διασφάλιση ότι θα πάρει τα χρήματά της πίσω;
Και τι ακριβώς θα συνέβαινε αν μαθευόταν ότι η ελληνική κυβέρνηση ζητά αναδιάρθρωση χρέους το 2010; Ποια ξένη τράπεζα θα συνέχιζε να δανείζει σε ελληνική τράπεζα ή επιχείρηση; Ποιος καταθέτης σε ελληνική τράπεζα θα κρατούσε εδώ τα λεφτά του μπροστά το φάσμα μιας επίσημης χρεοκοπίας; Και ποιος «μάγκας διαπραγματευτής» θα έπαιρνε πάνω του το ρίσκο την επόμενη μέρα το πρωί να χρειαστεί να στείλει το στρατό να φυλάξει τις τράπεζες από έναν αλλόφρονα κόσμο που θα προσπαθούσε να σηκώσει τα λεφτά του; Ή, μήπως, θα έπρεπε -άλλη έξυπνη ιδέα αυτή- να ανακοινώσουμε ότι επιδιώκουμε διαγραφή χρέους την Παρασκευή το βράδυ και να κλείσουμε τις τράπεζες τη Δευτέρα για όσο χρειάζεται μέχρι να πειστούν οι Ευρωπαίοι; Μα πόση ελαφρότητα -ή ιδιοτέλεια- τέλος πάντων μπορεί να υπάρχει σε όσους κυκλοφορούν παρόμοιες ιδέες και λύσεις;
Η αναδιάρθρωση του χρέους που έγινε το 2012 έγινε με τον μόνο τρόπο που μπορούν να γίνουν παρόμοια δραστικά γεγονότα χωρίς να καταρρεύσει η χώρα: οργανωμένα, συντεταγμένα και συναινετικά. Αυτό σημαίνει ότι οι επίσημοι δανειστές μας -οι άλλες χώρες - κάθονταν μαζί μας στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης απέναντι στις ιδιωτικές τράπεζες που κατείχαν ελληνικά ομόλογα. Σημαίνει ότι Ε.Ε., ΕΚΤ και ΔΝΤ είχαν ήδη δεσμευτεί πως θα συνεχίσουν να χρηματοδοτούν το ελληνικό δημόσιο και τις ελληνικές τράπεζες -άρα την οικονομία- και ότι θα τις αναχρηματοδοτήσουν για να καλύψουν τις απώλειες που θα είχαν από το «κούρεμα». Και το πιο σημαντικό: οι εταίροι μας ήταν δίπλα μας γιατί είχαν δει ένα πρωτογενές έλλειμμα των 24 δισ. ευρώ να συρρικνώνεται, με όλες τις θυσίες των Ελλήνων πολιτών, μέσα σε δύο χρόνια στα 4 δισ. Ήξεραν δηλαδή ότι αν γίνει κούρεμα «τα μαλλιά δεν θα ξαναφυτρώσουν».
Οσοι σήμερα ισχυρίζονται πως η Ελλάδα θα μπορούσε να πετύχει αναδιάρθρωση του χρέους της το 2010 θέλουν να ξεχνούν ότι μέχρι το Απρίλιο του 2010 η Ε.Ε. δεν είχε καν δημιουργήσει Μηχανισμό Διάσωσης. Ότι αυτός δημιουργήθηκε με μεγάλη δική μας πίεση και με το πολιτικό κεφάλαιο του τότε πρωθυπουργού. Ότι μέχρι και ένα χρόνο μετά (όταν πλέον η αναδιάρθρωση ως μετάθεση υποχρεώσεων ή με κανονικό «κούρεμα» συζητούνταν ανοιχτά) η ΕΚΤ εξακολουθούσε να την αρνείται και να απειλεί ότι θα διακόψει τη χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών αν προχωρούσαμε σε αυτήν την κατεύθυνση.
Το «κούρεμα» έγινε τελικά όταν ωρίμασαν οι συνθήκες και πείστηκαν οι εταίροι. Και μάλιστα έγινε σε δύο φάσεις: αρχικά ως μείωση της παρούσας αξίας των υποχρεώσεων και στη συνέχεια όταν φάνηκε πως ούτε αυτό θα ήταν αρκετό μετατράπηκε σε απομείωση και του ονομαστικού χρέους κατά σχεδόν 53%. Έγινε γιατί η κυβέρνηση το έβαλε στο τραπέζι και το προετοίμασε ...ανεπίσημα και διακριτικά στην αρχή, επίσημα στη συνέχεια. Έγινε πετυχημένα γιατί αφού είχε την ομπρέλα και τη χρηματοδότηση της Ευρώπης είχε περισσότερες θετικές πτυχές, αν και είναι άγνωστο πότε θα επιστρέψουμε στις αγορές (πάντως γρηγορότερα από την περίπτωση που το κάναμε μονομερώς).
Τα πράγματα αυτά σε όσους έχουν στοιχειώδη κατανόηση των γεγονότων είναι απολύτως σαφή. Γι' αυτό και ουδείς -ούτε ο κ. Ρουμελιώτης στο βιβλίο του- ισχυρίζεται σοβαρά ότι η ελληνική κυβέρνηση μπορούσε τότε να κάνει αναδιάρθρωση του χρέους. Υπήρχε κάθετη διαφωνία των Ευρωπαίων. Και βέβαια ούτε το ΔΝΤ επιχειρηματολόγησε ή τοποθετήθηκε τότε επίσημα υπέρ, προσπαθώντας να πείσει την Ε.Ε. και την ΕΚΤ.
Διότι προφανώς άλλο οι μεμονωμένες απόψεις κάποιων αναλυτών του ΔΝΤ (ή και πολλών εκτός ΔΝΤ που βιάζονταν να ενεργοποιηθούν τα CDS για να βγάλουν χρήματα....) και οι πιθανές αμφιβολίες του επικεφαλής του ΔΝΤ για την επιτυχία του προγράμματος χωρίς αναδιάρθρωση και άλλο η επίσημη ή έστω η ανεπίσημη διαπραγμάτευση μεταξύ τριών ισχυρών μερών. Εξάλλου οι δηλώσεις του τότε επικεφαλής του ΔΝΤ, αλλά και του εκπροσώπου της χώρας μας στο ΔΝΤ υπέρ του προγράμματος ήταν πολλές και ενθουσιώδεις.
Εφόσον όλα αυτά είναι τόσο ξεκάθαρα, γιατί επιμένουν τόσοι πολλοί να διακινούν το σενάριο του «κουρέματος» το 2010, ακόμα και πριν από το Μνημόνιο; Η απάντηση βρίσκεται στο χρονικό σημείο όπου είναι σήμερα η κυβέρνηση και η χώρα. Στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα θα συμφωνηθεί και θα ψηφιστεί από τη Βουλή το πιο σκληρό από όλα τα μέχρι σήμερα πακέτα μέτρων για τον περιορισμό του ελλείμματος. Εδώ πλέον μιλάμε για μεγάλες μειώσεις σε ήδη μειωμένους μισθούς και συντάξεις και αυξήσεις φορολογίας πάνω σε ήδη αυξημένες φορολογικές υποχρεώσεις.
Με την ψήφιση αυτού του πακέτου διαλύονται πλέον και οι τελευταίες αιτιάσεις περί «ικανών και έμπειρων διαπραγματευτών», σε αντίθεση με τους «άπειρους» που «δεν ήξεραν να διαπραγματευτούν». Και τελειώνουν φυσικά και οι ψευδαισθήσεις για τα περιθώρια μιας «πολιτικής διαπραγμάτευσης», που «η προηγούμενη κυβέρνηση ποτέ δεν έκανε» όπως μας λένε συχνά. Αποδεικνύεται δε περίτρανα ότι τα «ισοδύναμα μέτρα» των πολλών δισ. (περίπου 18 δισ. ευρώ δεν ήταν;) και τα …Ζάππεια (1, 2, 3...) ήταν απλώς φτηνός και ανεύθυνος λαϊκισμός για να κερδηθούν οι εκλογές, όταν πλέον κανείς δεν μπορούσε να ισχυρίζεται ότι δεν ήξερε. Ένα λαϊκισμός ίδιου επιπέδου και περιεχομένου με αυτόν που καταφεύγει η σημερινή αξιωματική (και μη) αντιπολίτευση. Έχει φτάσει η στιγμή της αλήθειας για όλους. Τα μέτρα αυτά είναι απαραίτητα για να επιζήσει η χώρα και να έχει ελπίδα ότι θα βγει από την κρίση.
Η πραγματικότητα των αριθμών είναι δυστυχώς αμείλικτη, όπως φυσικά αμείλικτη και εξαιρετικά δυσάρεστη είναι και η πραγματικότητα που βιώνουν οι πολίτες. Δεν μπορούμε εύκολα να ξεπεράσουμε ούτε τους μεν (αριθμούς) ούτε την δε (πραγματικότητα). Πώς συνεχίζει να λειτουργεί μία κοινωνία όπου ένας στους δύο νέους είναι άνεργος; Αμείλικτες είναι όμως και οι επιπτώσεις των αδυναμιών του πολιτικού συστήματος να αναλάβει τις ευθύνες του κάνοντας σε βάθος μεταρρυθμίσεις που σπάνε αυγά στον δημόσιο τομέα αντί να βάζει μονίμως τις λάθος κόκκινες γραμμές.
Μπροστά λοιπόν στο φάσμα των επώδυνων αλλά απολύτως αναγκαίων μέτρων για να μπορέσει η χώρα να βγει από την κρίση, υπάρχουν δύο πολιτικές επιλογές. Η μία είναι αυτή που κάνουν κάποιοι στην κυβέρνηση, αλλά και σε ένα μέρος του πολιτικού προσωπικού της χώρας. Να πει δηλαδή «ναι, επώδυνα αλλά τι να κάνουμε; Αν οι προηγούμενοι είχαν χειριστεί αλλιώς τη διαπραγμάτευση, αν είχε γίνει ''κούρεμα'' το 2010», αν, αν αν...., τότε δεν θα χρειαζόντουσαν σήμερα άλλες θυσίες. Αυτός είναι και ο λόγος που, όλως τυχαίως σήμερα, έχουμε κατακλυσθεί από θεωρίες μαγικών λύσεων και από μετά Χριστόν προφήτες.
Η άλλη επιλογή είναι η αλήθεια. Χωρίς φτιασιδώματα και εξωραϊσμούς. Η αλήθεια και η συναίνεση επιτέλους γύρω από αυτή. Η χώρα επί χρόνια ξόδευε πολλά περισσότερα από όσα είχε και δανειζόταν τη διαφορά. Με τα λεφτά αυτά έκανε εισαγωγές. Έφτασε σε πρωτοφανώς υψηλό διπλό έλλειμμα -δημοσιονομικό και εξωτερικό- και δεν έλεγε και την αλήθεια για την πραγματική κατάσταση. Όλα αυτά τελείωσαν το 2009. Οι αγορές κατάλαβαν την οικτρή κατάσταση και έπαψαν να μας δανείζουν. Οι μόνοι διατεθειμένοι να μας δανείσουν -οι Ευρωπαίοι εταίροι και το ΔΝΤ- το έκαναν διστακτικά, αλλά και με αίσθημα ευθύνης γύρω από την ανάγκη διάσωσης της Ευρωζώνης και τιμωρητικά στην αρχή, αλλά και με όλο και πιο ευνοϊκούς όρους στη συνέχεια, όταν είδαν ότι η χώρα είναι έτοιμη και η ίδια να αναλάβει τις ευθύνες της.
Όμως όλα όσα κάνουμε τα τελευταία τρία χρόνια και χρειάζεται να συνεχίσουμε να κάνουμε δεν μπορεί να είναι απλώς με την επίκληση ότι «είναι αναγκαίο για να πάρουμε τα χρήματα».
Η χώρα πρέπει να κάνει αυτά που χρειάζεται να γίνουν για την ίδια, όχι για τους δανειστές. Πότε επιτέλους τα πολιτικά κόμματα θα πουν καθαρά ότι το κράτος πρέπει να ξοδεύει λιγότερα από όσα έχει; Πότε θα πουν ότι οι μισθοί στο Δημόσιο δεν μπορεί να είναι μεγαλύτεροι από τον ιδιωτικό τομέα, ούτε να ισχύει το απυρόβλητο στο Δημόσιο όταν έχουμε 1 εκατ. ανέργους; Πότε θα πούμε ότι οι συντάξεις δεν μπορεί να είναι υψηλότερες από τις εισφορές;
Μόνο όταν οι πολιτικοί μιλήσουν ανοιχτά για τα θέματα αυτά και πειστεί η κοινωνία, θα μπορέσουμε να περάσουμε σαν χώρα με αυτοπεποίθηση στην επόμενη φάση. Με αυτογνωσία. Και όχι ψάχνοντας για Ιφιγένειες και για βολικές εξηγήσεις που δεν υπάρχουν, επειδή απλώς δεν θέλουμε να δούμε την πραγματικότητα.
Με αφορμή το βιβλίο του τέως εκπροσώπου της Ελλάδας στο ΔΝΤ Παναγιώτη Ρουμελιώτη έχει ξεκινήσει μια ολόκληρη συζήτηση σχετικά με το αν έπρεπε ή αν μπορούσε η Ελλάδα να κάνει αναδιάρθρωση του χρέους της το 2010 πριν ή μαζί με το Μνημόνιο αντί για το 2012, όπως τελικά έγινε. Η συζήτηση αυτή δεν έχει ξεκινήσει αθώα και δε γίνεται τυχαία σήμερα. Όμως πέρα από όσους τη διακινούν για τους δικούς τους πολιτικούς σκοπούς, από την επιχειρηματολογία που διακινείται μπορούν να πειστούν ακόμα και καλόπιστοι. Χρειάζεται συνεπώς να εξηγήσει κανείς γιατί δεν μπορούσε τότε να γίνει αναδιάρθρωση του χρέους. Είναι ένα σημαντικό στοιχείο για την κατανόηση της τραγωδίας που ζει η χώρα μας, αλλά και όσων χρειάζεται να γίνουν.
Η αναδιάρθρωση -το λεγόμενο «κούρεμα»- του χρέους μιας χώρας μπορεί να είναι μονομερής και μη συναινετική με τους δανειστές πράξη, ή συμφωνημένη, κοινή συναινέσει μαζί τους. Το μονομερές «κούρεμα» είναι η προσφιλής τακτική του «δεν πληρώνω», η ανακοίνωση δηλαδή από μια χώρα ότι από τα 100 που χρωστάει, θα πληρώσει μόνο τα 50, ή τα 20, ή καθόλου.
Τι θα συνέβαινε αν η Ελλάδα έκανε μονομερή διαγραφή χρέους το 2010; Απάντηση: Με πρωτογενές έλλειμμα (δηλαδή εκτός τόκων) 24 δισ. ευρώ, θα έπρεπε να βρει αμέσως αυτά τα 24 δισ. ευρώ που της έλειπαν για να καλύψει τα έξοδά της και να πληρώσει μισθούς, συντάξεις και κοινωνικές υπηρεσίες. Υπήρχε κάποιος να της τα δώσει, όταν έχει κηρύξει στάση πληρωμών; Φυσικά, απολύτως κανείς. Ποιος ιδιώτης θα δάνειζε σε μία χώρα που είχε μόλις ανακοινώσει ότι δεν θα πληρώσει όσα χρωστάει; Καμία χώρα δεν θα δάνειζε σε κάποιον που είχε κάνει μονομερή στάση πληρωμών.
Τα προβλήματα όμως δεν σταματούν εδώ. Από τους μεγαλύτερους κατόχους ομολόγων ήταν (και είναι) οι ελληνικές τράπεζες. Με ένα μονομερές «κούρεμα» από τη μία μέρα στην άλλη θα έμεναν χωρίς επαρκή κεφάλαια και θα έπρεπε να σταματήσουν να λειτουργούν. Ποιος θα τις ανακεφαλαιοδοτούσε; Και τι θα συνέβαινε ακριβώς στην ελληνική οικονομία αν οι ελληνικές τράπεζες κατέρρεαν;
«Ναι», λένε πολλοί. «Τότε όμως η Ελλάδα μπορούσε να απειλήσει τους εταίρους της με χρεοκοπία που θα τους δημιουργούσε προβλήματα -ειδικά στις ξένες τράπεζες. Και μπροστά στις απώλειες που θα είχαν οι ξένες τράπεζες, η Ευρώπη θα ενέδιδε και θα μπορούσε να κουρευτεί και το χρέος μας». Πόσο αφελής ή επικίνδυνα καιροσκοπική είναι αυτή η προσέγγιση... Η πραγματικότητα είναι ότι μέχρι τον Μάρτιο του 2010 η Ε.Ε. δεν ήθελε καν να συνδράμει την Ελλάδα με χρήματα, πόσο μάλλον να μπει σε μία αδιανόητη τότε διαδικασία αναδιάρθρωσης χρέους σε χώρα της Ευρωζώνης.
Αλλά ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι ενέδιδε. Ποια ακριβώς διαφορά θα είχε σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση; Θα ενέδιδε χωρίς όρους; Χωρίς Μνημόνιο; Δηλαδή θα χρηματοδοτούσε ασύστολα την Ελλάδα από τους κρατικούς προϋπολογισμούς των κρατών-μελών, χωρίς καμία διασφάλιση ότι θα πάρει τα χρήματά της πίσω;
Και τι ακριβώς θα συνέβαινε αν μαθευόταν ότι η ελληνική κυβέρνηση ζητά αναδιάρθρωση χρέους το 2010; Ποια ξένη τράπεζα θα συνέχιζε να δανείζει σε ελληνική τράπεζα ή επιχείρηση; Ποιος καταθέτης σε ελληνική τράπεζα θα κρατούσε εδώ τα λεφτά του μπροστά το φάσμα μιας επίσημης χρεοκοπίας; Και ποιος «μάγκας διαπραγματευτής» θα έπαιρνε πάνω του το ρίσκο την επόμενη μέρα το πρωί να χρειαστεί να στείλει το στρατό να φυλάξει τις τράπεζες από έναν αλλόφρονα κόσμο που θα προσπαθούσε να σηκώσει τα λεφτά του; Ή, μήπως, θα έπρεπε -άλλη έξυπνη ιδέα αυτή- να ανακοινώσουμε ότι επιδιώκουμε διαγραφή χρέους την Παρασκευή το βράδυ και να κλείσουμε τις τράπεζες τη Δευτέρα για όσο χρειάζεται μέχρι να πειστούν οι Ευρωπαίοι; Μα πόση ελαφρότητα -ή ιδιοτέλεια- τέλος πάντων μπορεί να υπάρχει σε όσους κυκλοφορούν παρόμοιες ιδέες και λύσεις;
Η αναδιάρθρωση του χρέους που έγινε το 2012 έγινε με τον μόνο τρόπο που μπορούν να γίνουν παρόμοια δραστικά γεγονότα χωρίς να καταρρεύσει η χώρα: οργανωμένα, συντεταγμένα και συναινετικά. Αυτό σημαίνει ότι οι επίσημοι δανειστές μας -οι άλλες χώρες - κάθονταν μαζί μας στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης απέναντι στις ιδιωτικές τράπεζες που κατείχαν ελληνικά ομόλογα. Σημαίνει ότι Ε.Ε., ΕΚΤ και ΔΝΤ είχαν ήδη δεσμευτεί πως θα συνεχίσουν να χρηματοδοτούν το ελληνικό δημόσιο και τις ελληνικές τράπεζες -άρα την οικονομία- και ότι θα τις αναχρηματοδοτήσουν για να καλύψουν τις απώλειες που θα είχαν από το «κούρεμα». Και το πιο σημαντικό: οι εταίροι μας ήταν δίπλα μας γιατί είχαν δει ένα πρωτογενές έλλειμμα των 24 δισ. ευρώ να συρρικνώνεται, με όλες τις θυσίες των Ελλήνων πολιτών, μέσα σε δύο χρόνια στα 4 δισ. Ήξεραν δηλαδή ότι αν γίνει κούρεμα «τα μαλλιά δεν θα ξαναφυτρώσουν».
Οσοι σήμερα ισχυρίζονται πως η Ελλάδα θα μπορούσε να πετύχει αναδιάρθρωση του χρέους της το 2010 θέλουν να ξεχνούν ότι μέχρι το Απρίλιο του 2010 η Ε.Ε. δεν είχε καν δημιουργήσει Μηχανισμό Διάσωσης. Ότι αυτός δημιουργήθηκε με μεγάλη δική μας πίεση και με το πολιτικό κεφάλαιο του τότε πρωθυπουργού. Ότι μέχρι και ένα χρόνο μετά (όταν πλέον η αναδιάρθρωση ως μετάθεση υποχρεώσεων ή με κανονικό «κούρεμα» συζητούνταν ανοιχτά) η ΕΚΤ εξακολουθούσε να την αρνείται και να απειλεί ότι θα διακόψει τη χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών αν προχωρούσαμε σε αυτήν την κατεύθυνση.
Το «κούρεμα» έγινε τελικά όταν ωρίμασαν οι συνθήκες και πείστηκαν οι εταίροι. Και μάλιστα έγινε σε δύο φάσεις: αρχικά ως μείωση της παρούσας αξίας των υποχρεώσεων και στη συνέχεια όταν φάνηκε πως ούτε αυτό θα ήταν αρκετό μετατράπηκε σε απομείωση και του ονομαστικού χρέους κατά σχεδόν 53%. Έγινε γιατί η κυβέρνηση το έβαλε στο τραπέζι και το προετοίμασε ...ανεπίσημα και διακριτικά στην αρχή, επίσημα στη συνέχεια. Έγινε πετυχημένα γιατί αφού είχε την ομπρέλα και τη χρηματοδότηση της Ευρώπης είχε περισσότερες θετικές πτυχές, αν και είναι άγνωστο πότε θα επιστρέψουμε στις αγορές (πάντως γρηγορότερα από την περίπτωση που το κάναμε μονομερώς).
Τα πράγματα αυτά σε όσους έχουν στοιχειώδη κατανόηση των γεγονότων είναι απολύτως σαφή. Γι' αυτό και ουδείς -ούτε ο κ. Ρουμελιώτης στο βιβλίο του- ισχυρίζεται σοβαρά ότι η ελληνική κυβέρνηση μπορούσε τότε να κάνει αναδιάρθρωση του χρέους. Υπήρχε κάθετη διαφωνία των Ευρωπαίων. Και βέβαια ούτε το ΔΝΤ επιχειρηματολόγησε ή τοποθετήθηκε τότε επίσημα υπέρ, προσπαθώντας να πείσει την Ε.Ε. και την ΕΚΤ.
Διότι προφανώς άλλο οι μεμονωμένες απόψεις κάποιων αναλυτών του ΔΝΤ (ή και πολλών εκτός ΔΝΤ που βιάζονταν να ενεργοποιηθούν τα CDS για να βγάλουν χρήματα....) και οι πιθανές αμφιβολίες του επικεφαλής του ΔΝΤ για την επιτυχία του προγράμματος χωρίς αναδιάρθρωση και άλλο η επίσημη ή έστω η ανεπίσημη διαπραγμάτευση μεταξύ τριών ισχυρών μερών. Εξάλλου οι δηλώσεις του τότε επικεφαλής του ΔΝΤ, αλλά και του εκπροσώπου της χώρας μας στο ΔΝΤ υπέρ του προγράμματος ήταν πολλές και ενθουσιώδεις.
Εφόσον όλα αυτά είναι τόσο ξεκάθαρα, γιατί επιμένουν τόσοι πολλοί να διακινούν το σενάριο του «κουρέματος» το 2010, ακόμα και πριν από το Μνημόνιο; Η απάντηση βρίσκεται στο χρονικό σημείο όπου είναι σήμερα η κυβέρνηση και η χώρα. Στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα θα συμφωνηθεί και θα ψηφιστεί από τη Βουλή το πιο σκληρό από όλα τα μέχρι σήμερα πακέτα μέτρων για τον περιορισμό του ελλείμματος. Εδώ πλέον μιλάμε για μεγάλες μειώσεις σε ήδη μειωμένους μισθούς και συντάξεις και αυξήσεις φορολογίας πάνω σε ήδη αυξημένες φορολογικές υποχρεώσεις.
Με την ψήφιση αυτού του πακέτου διαλύονται πλέον και οι τελευταίες αιτιάσεις περί «ικανών και έμπειρων διαπραγματευτών», σε αντίθεση με τους «άπειρους» που «δεν ήξεραν να διαπραγματευτούν». Και τελειώνουν φυσικά και οι ψευδαισθήσεις για τα περιθώρια μιας «πολιτικής διαπραγμάτευσης», που «η προηγούμενη κυβέρνηση ποτέ δεν έκανε» όπως μας λένε συχνά. Αποδεικνύεται δε περίτρανα ότι τα «ισοδύναμα μέτρα» των πολλών δισ. (περίπου 18 δισ. ευρώ δεν ήταν;) και τα …Ζάππεια (1, 2, 3...) ήταν απλώς φτηνός και ανεύθυνος λαϊκισμός για να κερδηθούν οι εκλογές, όταν πλέον κανείς δεν μπορούσε να ισχυρίζεται ότι δεν ήξερε. Ένα λαϊκισμός ίδιου επιπέδου και περιεχομένου με αυτόν που καταφεύγει η σημερινή αξιωματική (και μη) αντιπολίτευση. Έχει φτάσει η στιγμή της αλήθειας για όλους. Τα μέτρα αυτά είναι απαραίτητα για να επιζήσει η χώρα και να έχει ελπίδα ότι θα βγει από την κρίση.
Η πραγματικότητα των αριθμών είναι δυστυχώς αμείλικτη, όπως φυσικά αμείλικτη και εξαιρετικά δυσάρεστη είναι και η πραγματικότητα που βιώνουν οι πολίτες. Δεν μπορούμε εύκολα να ξεπεράσουμε ούτε τους μεν (αριθμούς) ούτε την δε (πραγματικότητα). Πώς συνεχίζει να λειτουργεί μία κοινωνία όπου ένας στους δύο νέους είναι άνεργος; Αμείλικτες είναι όμως και οι επιπτώσεις των αδυναμιών του πολιτικού συστήματος να αναλάβει τις ευθύνες του κάνοντας σε βάθος μεταρρυθμίσεις που σπάνε αυγά στον δημόσιο τομέα αντί να βάζει μονίμως τις λάθος κόκκινες γραμμές.
Μπροστά λοιπόν στο φάσμα των επώδυνων αλλά απολύτως αναγκαίων μέτρων για να μπορέσει η χώρα να βγει από την κρίση, υπάρχουν δύο πολιτικές επιλογές. Η μία είναι αυτή που κάνουν κάποιοι στην κυβέρνηση, αλλά και σε ένα μέρος του πολιτικού προσωπικού της χώρας. Να πει δηλαδή «ναι, επώδυνα αλλά τι να κάνουμε; Αν οι προηγούμενοι είχαν χειριστεί αλλιώς τη διαπραγμάτευση, αν είχε γίνει ''κούρεμα'' το 2010», αν, αν αν...., τότε δεν θα χρειαζόντουσαν σήμερα άλλες θυσίες. Αυτός είναι και ο λόγος που, όλως τυχαίως σήμερα, έχουμε κατακλυσθεί από θεωρίες μαγικών λύσεων και από μετά Χριστόν προφήτες.
Η άλλη επιλογή είναι η αλήθεια. Χωρίς φτιασιδώματα και εξωραϊσμούς. Η αλήθεια και η συναίνεση επιτέλους γύρω από αυτή. Η χώρα επί χρόνια ξόδευε πολλά περισσότερα από όσα είχε και δανειζόταν τη διαφορά. Με τα λεφτά αυτά έκανε εισαγωγές. Έφτασε σε πρωτοφανώς υψηλό διπλό έλλειμμα -δημοσιονομικό και εξωτερικό- και δεν έλεγε και την αλήθεια για την πραγματική κατάσταση. Όλα αυτά τελείωσαν το 2009. Οι αγορές κατάλαβαν την οικτρή κατάσταση και έπαψαν να μας δανείζουν. Οι μόνοι διατεθειμένοι να μας δανείσουν -οι Ευρωπαίοι εταίροι και το ΔΝΤ- το έκαναν διστακτικά, αλλά και με αίσθημα ευθύνης γύρω από την ανάγκη διάσωσης της Ευρωζώνης και τιμωρητικά στην αρχή, αλλά και με όλο και πιο ευνοϊκούς όρους στη συνέχεια, όταν είδαν ότι η χώρα είναι έτοιμη και η ίδια να αναλάβει τις ευθύνες της.
Όμως όλα όσα κάνουμε τα τελευταία τρία χρόνια και χρειάζεται να συνεχίσουμε να κάνουμε δεν μπορεί να είναι απλώς με την επίκληση ότι «είναι αναγκαίο για να πάρουμε τα χρήματα».
Η χώρα πρέπει να κάνει αυτά που χρειάζεται να γίνουν για την ίδια, όχι για τους δανειστές. Πότε επιτέλους τα πολιτικά κόμματα θα πουν καθαρά ότι το κράτος πρέπει να ξοδεύει λιγότερα από όσα έχει; Πότε θα πουν ότι οι μισθοί στο Δημόσιο δεν μπορεί να είναι μεγαλύτεροι από τον ιδιωτικό τομέα, ούτε να ισχύει το απυρόβλητο στο Δημόσιο όταν έχουμε 1 εκατ. ανέργους; Πότε θα πούμε ότι οι συντάξεις δεν μπορεί να είναι υψηλότερες από τις εισφορές;
Μόνο όταν οι πολιτικοί μιλήσουν ανοιχτά για τα θέματα αυτά και πειστεί η κοινωνία, θα μπορέσουμε να περάσουμε σαν χώρα με αυτοπεποίθηση στην επόμενη φάση. Με αυτογνωσία. Και όχι ψάχνοντας για Ιφιγένειες και για βολικές εξηγήσεις που δεν υπάρχουν, επειδή απλώς δεν θέλουμε να δούμε την πραγματικότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου