Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΟ 2009 !...
Αποτελεί πολυτέλεια και σπανιότατα έχει κάποιο αποτέλεσμα η τόση πολιτική ενασχόληση με το παρελθόν, που στην Ελλάδα μας είναι καθιερωμένη πρακτική. Θα μπορούσε, μάλιστα, να πει κανείς ότι η πολιτική αντιπαράθεση αναφέρεται κατά 50% στο παρελθόν και κατά 50% στο παρόν και με αυτήν την έννοια η χώρα προχωρά -όταν αναγκάζεται να προχωρήσει και να αφήσει το σημειωτόν- κοιτάζοντας προς τα πίσω. Ακόμη και τώρα που καίγεται η γούνα της και οι καιροί δεν περιμένουν.
Αναμφίβολα, πέρα από την κομματική αντιπαράθεση με αντικείμενο πολιτικές και ευθύνες του παρελθόντος, που πολύ συχνά καταλήγει σε σύσταση εξεταστικής επιτροπής στη Βουλή από την οποία δεν βγαίνει τίποτα ουσιαστικό, υπάρχουν σχετικά θέματα συζήτησης. Οταν, μάλιστα, διάφορες πλευρές προσπαθούν να συντηρήσουν ζητήματα, να διαστρεβλώσουν πραγματικότητες, να αποφύγουν ευθύνες, ή τουλάχιστον το μερίδιο που τους ανήκει, να ρίξουν όλο το ανάθεμα σε άλλους και ακόμη περισσότερο να επηρεάσουν το γράψιμο της Ιστορίας. Δίχως να αποκλείεται, βεβαίως, το ενδεχόμενο να υπάρχει σε εξέλιξη ένα πολιτικό παιχνίδι που το πλατύ κοινό δυσκολεύεται ακόμη να δει.
Με αφορμή δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών Γ. Στουρνάρα σε συνεντεύξεις του στην ΕΡΤ και την «Καθημερινή» έχει ξεσπάσει τις τελευταίες εβδομάδες διαμάχη σχετικά με την κατάσταση της οικονομίας, όπως αυτή διαμορφώθηκε τη διετία 2007-2009 επί κυβέρνησης Κ. Καραμανλή, το έλλειμμα και το χρέος που παρέλαβε η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου και τις ευθύνες που αναλογούν στις δύο κυβερνήσεις. Μία πτυχή αυτής της διαμάχης είναι και η υπόθεση της ΕΛΣΤΑΤ, αν και κατά πόσο δηλαδή ο επικεφαλής της Α. Γεωργίου αλλοίωσε τα στοιχεία για να εμφανίσει έλλειμμα μεγαλύτερο από το πραγματικό και να αναγκαστεί η Ελλάδα να καταφύγει στον μηχανισμό στήριξης, υπογράφοντας το «τρισκατάρατο» Μνημόνιο.
Αφήνοντας κατά μέρος την πολιτική διάσταση της διαμάχης, όπου ο καθείς μπορεί να έχει τις δικές του απόψεις, ή και να παίζει τον δικό του ρόλο σε ένα πολιτικό παιχνίδι που βρίσκεται σε εξέλιξη, τα πραγματικά στοιχεία λένε τα εξής: το 2004, το χρέος της γενικής κυβέρνησης (δεν περιλαμβάνει το εσωτερικό χρέος του κράτους) ήταν 183,2 δισ. ή 99,8% του ΑΕΠ, το 2007 είχε φτάσει στα 239,3 δισ. ή 107,2% του ΑΕΠ, το 2008 πήδηξε στα 263,3 δισ. ή 112,9% του ΑΕΠ και το 2009 «κατέληξε» στα 299,7 δισ. ή 129,7% του ΑΕΠ. Επιπλέον, το 2008 η οικονομία μπήκε σε ύφεση καθώς το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 0,3% και το 2009 ή ύφεση έγινε πιο βαθιά, με το ΑΕΠ να πέφτει 3,1%. Οσο για το έλλειμμα του 2009, αυτό υπολογίστηκε στο 13,6% του ΑΕΠ τον Απρίλιο του 2010, η Ελλάδα προσέφυγε στον μηχανισμό στήριξης τον Μάιο, αναθεωρήθηκε τον Οκτώβριο στο 15,4% του ΑΕΠ και «έκατσε» τον Νοέμβριο στο 15,8%.
Στα παραπάνω πρέπει να επισημανθεί ότι τον Δεκέμβριο του 2008, στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό, ο Κ. Σημίτης προειδοποίησε ότι στα κέντρα αποφάσεων στην Ευρώπη γίνεται συζήτηση περί εμπλοκής του ΔΝΤ στην περίπτωση της Ελλάδας, ότι το 2009 άρχισαν να καταφθάνουν στην Αθήνα αυστηρές επιστολές από αξιωματούχους των Βρυξελλών και της Ευρωζώνης για την τραγική κατάσταση της οικονομίας, το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς το αρμόδιο τμήμα του ΔΝΤ συνέταξε έκθεση που ουσιαστικά θεωρούσε τη χώρα χρεοκοπημένη. Για το έλλειμμα τώρα του 2009, είναι γνωστό ότι ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος προειδοποιούσε ότι θα ξεπεράσει το 10% και διαμορφώθηκε τελικά υπό τις οδηγίες και την επίβλεψη της Eurostat, εξ ου και οι τοποθετήσεις των αξιωματούχων της, αλλά και άλλων, τόσο στη σχετική εξεταστική επιτροπή που είχε συσταθεί πριν από ένα χρόνο, όσο και πρόσφατα με την αναπάντεχη παραπομπή της υπόθεσης από τους οικονομικούς εισαγγελείς στη Δικαιοσύνη.
Αυτή, λοιπόν, ήταν η εικόνα της ελληνικής οικονομίας της χώρας το 2009, όπως αποδεικνύεται από στοιχεία και γεγονότα. Από εκεί και πέρα μπορεί να γίνει συζήτηση για το πώς φτάσαμε εκεί, για το τι έγινε από εκεί και πέρα, για τη σημερινή κατάσταση και για την κατανομή ευθυνών σε κυβερνήσεις, πρόσωπα και κοινωνία. Θα ήταν καλοδεχούμενη ίσως κάποια στιγμή μία τέτοια συζήτηση, αν γινόταν νηφάλια, αποστασιοποιημένα και καλόπιστα. Πολύ δύσκολο προς το παρόν και ιδιαίτερα επικίνδυνη η στείρα παρελθοντολογία που στρέφει την προσοχή από την αντιμετώπιση του παρόντος και τη θωράκιση για το μέλλον.
Αποτελεί πολυτέλεια και σπανιότατα έχει κάποιο αποτέλεσμα η τόση πολιτική ενασχόληση με το παρελθόν, που στην Ελλάδα μας είναι καθιερωμένη πρακτική. Θα μπορούσε, μάλιστα, να πει κανείς ότι η πολιτική αντιπαράθεση αναφέρεται κατά 50% στο παρελθόν και κατά 50% στο παρόν και με αυτήν την έννοια η χώρα προχωρά -όταν αναγκάζεται να προχωρήσει και να αφήσει το σημειωτόν- κοιτάζοντας προς τα πίσω. Ακόμη και τώρα που καίγεται η γούνα της και οι καιροί δεν περιμένουν.
Αναμφίβολα, πέρα από την κομματική αντιπαράθεση με αντικείμενο πολιτικές και ευθύνες του παρελθόντος, που πολύ συχνά καταλήγει σε σύσταση εξεταστικής επιτροπής στη Βουλή από την οποία δεν βγαίνει τίποτα ουσιαστικό, υπάρχουν σχετικά θέματα συζήτησης. Οταν, μάλιστα, διάφορες πλευρές προσπαθούν να συντηρήσουν ζητήματα, να διαστρεβλώσουν πραγματικότητες, να αποφύγουν ευθύνες, ή τουλάχιστον το μερίδιο που τους ανήκει, να ρίξουν όλο το ανάθεμα σε άλλους και ακόμη περισσότερο να επηρεάσουν το γράψιμο της Ιστορίας. Δίχως να αποκλείεται, βεβαίως, το ενδεχόμενο να υπάρχει σε εξέλιξη ένα πολιτικό παιχνίδι που το πλατύ κοινό δυσκολεύεται ακόμη να δει.
Με αφορμή δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών Γ. Στουρνάρα σε συνεντεύξεις του στην ΕΡΤ και την «Καθημερινή» έχει ξεσπάσει τις τελευταίες εβδομάδες διαμάχη σχετικά με την κατάσταση της οικονομίας, όπως αυτή διαμορφώθηκε τη διετία 2007-2009 επί κυβέρνησης Κ. Καραμανλή, το έλλειμμα και το χρέος που παρέλαβε η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου και τις ευθύνες που αναλογούν στις δύο κυβερνήσεις. Μία πτυχή αυτής της διαμάχης είναι και η υπόθεση της ΕΛΣΤΑΤ, αν και κατά πόσο δηλαδή ο επικεφαλής της Α. Γεωργίου αλλοίωσε τα στοιχεία για να εμφανίσει έλλειμμα μεγαλύτερο από το πραγματικό και να αναγκαστεί η Ελλάδα να καταφύγει στον μηχανισμό στήριξης, υπογράφοντας το «τρισκατάρατο» Μνημόνιο.
Αφήνοντας κατά μέρος την πολιτική διάσταση της διαμάχης, όπου ο καθείς μπορεί να έχει τις δικές του απόψεις, ή και να παίζει τον δικό του ρόλο σε ένα πολιτικό παιχνίδι που βρίσκεται σε εξέλιξη, τα πραγματικά στοιχεία λένε τα εξής: το 2004, το χρέος της γενικής κυβέρνησης (δεν περιλαμβάνει το εσωτερικό χρέος του κράτους) ήταν 183,2 δισ. ή 99,8% του ΑΕΠ, το 2007 είχε φτάσει στα 239,3 δισ. ή 107,2% του ΑΕΠ, το 2008 πήδηξε στα 263,3 δισ. ή 112,9% του ΑΕΠ και το 2009 «κατέληξε» στα 299,7 δισ. ή 129,7% του ΑΕΠ. Επιπλέον, το 2008 η οικονομία μπήκε σε ύφεση καθώς το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 0,3% και το 2009 ή ύφεση έγινε πιο βαθιά, με το ΑΕΠ να πέφτει 3,1%. Οσο για το έλλειμμα του 2009, αυτό υπολογίστηκε στο 13,6% του ΑΕΠ τον Απρίλιο του 2010, η Ελλάδα προσέφυγε στον μηχανισμό στήριξης τον Μάιο, αναθεωρήθηκε τον Οκτώβριο στο 15,4% του ΑΕΠ και «έκατσε» τον Νοέμβριο στο 15,8%.
Στα παραπάνω πρέπει να επισημανθεί ότι τον Δεκέμβριο του 2008, στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό, ο Κ. Σημίτης προειδοποίησε ότι στα κέντρα αποφάσεων στην Ευρώπη γίνεται συζήτηση περί εμπλοκής του ΔΝΤ στην περίπτωση της Ελλάδας, ότι το 2009 άρχισαν να καταφθάνουν στην Αθήνα αυστηρές επιστολές από αξιωματούχους των Βρυξελλών και της Ευρωζώνης για την τραγική κατάσταση της οικονομίας, το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς το αρμόδιο τμήμα του ΔΝΤ συνέταξε έκθεση που ουσιαστικά θεωρούσε τη χώρα χρεοκοπημένη. Για το έλλειμμα τώρα του 2009, είναι γνωστό ότι ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος προειδοποιούσε ότι θα ξεπεράσει το 10% και διαμορφώθηκε τελικά υπό τις οδηγίες και την επίβλεψη της Eurostat, εξ ου και οι τοποθετήσεις των αξιωματούχων της, αλλά και άλλων, τόσο στη σχετική εξεταστική επιτροπή που είχε συσταθεί πριν από ένα χρόνο, όσο και πρόσφατα με την αναπάντεχη παραπομπή της υπόθεσης από τους οικονομικούς εισαγγελείς στη Δικαιοσύνη.
Αυτή, λοιπόν, ήταν η εικόνα της ελληνικής οικονομίας της χώρας το 2009, όπως αποδεικνύεται από στοιχεία και γεγονότα. Από εκεί και πέρα μπορεί να γίνει συζήτηση για το πώς φτάσαμε εκεί, για το τι έγινε από εκεί και πέρα, για τη σημερινή κατάσταση και για την κατανομή ευθυνών σε κυβερνήσεις, πρόσωπα και κοινωνία. Θα ήταν καλοδεχούμενη ίσως κάποια στιγμή μία τέτοια συζήτηση, αν γινόταν νηφάλια, αποστασιοποιημένα και καλόπιστα. Πολύ δύσκολο προς το παρόν και ιδιαίτερα επικίνδυνη η στείρα παρελθοντολογία που στρέφει την προσοχή από την αντιμετώπιση του παρόντος και τη θωράκιση για το μέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου